Δέκα
χρόνια έχουν περάσει από την είσοδο της Ελλάδας στην Ευρωζώνη και την απόκτηση
ενός νέου νομίσματος (ευρώ) στη θέση της δραχμής. Τότε, δηλαδή το 2002, πολλοί
πολιτικοί (κυρίως τα στελέχη της κυβέρνησης Σημίτη) και πολλοί δημοσιογράφοι
των ΜΜΕ παρουσίαζαν το ευρώ με θριαμβολογίες και τυμπανοκρουσίες. Ο τότε
πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Κώστας Σημίτης μαζί με τον τότε διοικητή
της Τράπεζας της Ελλάδος και μέλος της διαβόητης Τριμερούς Επιτροπής Λουκά
Παπαδήμο κρατούσαν χαμογελαστοί μπροστά
στις κάμερες ένα χαρτονόμισμα των 50 ευρώ, μέσα σε πανηγυρικό κλίμα.
Το
πρόβλημα είναι ότι κανείς τότε δεν είπε στους πολίτες αυτής της χώρας τι θα
επακολουθούσε στη συνέχεια. Ένα από τα σημαντικά εγκλήματα των δύο κυρίων
(Σημίτη και Παπαδήμου) ήταν η ταχύτατη κατάργηση της διπλής αναγραφής των τιμών
των προϊόντων. Ενώ στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) υπήρχε η
διπλή αναγραφή για 5 ολόκληρα χρόνια, στην Ελλάδα καταργήθηκε μέσα στους
πρώτους 6 μήνες. Το όργιο της υπερβολικής αύξησης της τιμής των προϊόντων μετά
το πέρασμά μας στο Ευρώ, είναι εκπληκτικό. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα του
μαϊντανού, ο οποίος από 50 δραχμές που πωλείτο ως τότε, εκτοξεύτηκε στα 50
λεπτά του ευρώ, δηλαδή έφθασε τις 170 δραχμές. Και στα υπόλοιπα προϊόντα οι
τιμές εκτοξεύτηκαν στα ύψη όταν μπήκαμε στο ευρώ, ενώ παράλληλα οι μισθοί των
εργαζομένων παρέμειναν καθηλωμένοι σε χαμηλά επίπεδα. Το αποτέλεσμα ήταν να
γίνεται όλο και πιο δυσχερής η οικονομική κατάσταση της πλειοψηφίας των
πολιτών.
Η
εικονική πραγματικότητα που καλλιέργησαν έντεχνα οι κυβερνώντες τότε (σε
συνδυασμό με τα ΜΜΕ), δίνοντας παράλληλα το πράσινο φως στις τράπεζες να δίνουν
αφειδώς ένα σωρό δάνεια, ενθαρρύνοντας τους Έλληνες να ζουν με δανεικά
(διακοποδάνεια, εορτοδάνεια κ.α.) και στη συνέχεια η διοργάνωση της Ολυμπιάδας
του 2004, συνετέλεσαν στη συνεχή αύξηση των τιμών των προϊόντων και υπηρεσιών,
με αποτέλεσμα οι τιμές να ξεπερνούν ακόμα και τις αντίστοιχες τιμές των άλλων
ευρωπαϊκών κρατών.
Ο
συγκριτικός πίνακας τιμών που παραθέτουμε είναι αρκετά αποκαλυπτικός.
Παράλληλα,
οι ελεγκτικοί μηχανισμοί επέτρεψαν τη διακίνηση μαύρου αφορολόγητου χρήματος,
με αποτέλεσμα η ανεξέλεγκτη παραοικονομία να πάρει τεράστιες διαστάσεις.
Το
έλλειμμα κάθε χρόνο διευρυνόταν και το δημόσιο χρέος εκτοξευόταν στα ύψη, τη
στιγμή που η κυβέρνηση έκανε τη δική της προπαγάνδα μιλώντας περί «ισχυρής
Ελλάδας».
Σε
όλα αυτά τα χρόνια η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας επιδεινώθηκε σημαντικά.
Αναφέρουμε ενδεικτικά την εγκατάλειψη της αγροτικής παραγωγής των προηγούμενων
ετών, τη σταδιακή αποβιομηχανοποίηση, την ύφεση, το Μνημόνιο 1 και το Μνημόνιο
2 που οδήγησαν την Ελλάδα αλυσοδεμένη στα πλοκάμια του ΔΝΤ, την κατακόρυφη
αύξηση της ανεργίας, την πτώση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών κ.α.
Ενώ
λοιπόν έκανε την εμφάνισή της η ύφεση, στην Ελλάδα το 2010 και το 2011 οι τιμές
των προϊόντων δεν παρουσίασαν ούτε την παραμικρή μείωση. Παράλληλα, οι μισθωτοί
και οι συνταξιούχοι είδαν τις αποδοχές τους να μειώνονται δραματικά και
παράλληλα αναγκάστηκαν να πληρώσουν όλο και μεγαλύτερους φόρους.
Από
όλα τα παραπάνω προκύπτει ένα ερώτημα :
Ποιοι
τελικά ωφελήθηκαν από το ευρώ ;
Αυτοί που ευνοήθηκαν από το «σκληρό» ευρώ ήταν οι εξής :
Οι τραπεζίτες που κυρίευσαν τα Βαλκάνια και
έφτασαν να διαθέτουν χιλιάδες υποκαταστήματα σε όλο τον κόσμο, επεκτείνοντας
έτσι την τοκογλυφική τους δραστηριότητα.
Οι εφοπλιστές που «έχτιζαν» ασταμάτητα
καινούρια πλοία στα ναυπηγεία της Κίνας και της Κορέας.
Οι μεγαλοεισαγωγείς, που αξιοποιώντας το
«σκληρό» ευρώ, πλημμύρισαν την ελληνική αγορά με πατάτες Αιγύπτου και ένα σωρό
ξένα προϊόντα
Από την άλλη μεριά,
οι εργαζόμενοι φορτώθηκαν στις πλάτες τους όλο το βάρος του διεθνούς
ανταγωνισμού. Το υπερτιμημένο ευρώ αναγκάζει, κυρίως τις μικρές και αδύναμες
χώρες, να υποτιμούν τις εργατικές αποδοχές ελπίζοντας έτσι να επιβιώσουν μέσα
στο διεθνή ανταγωνισμό. Γι αυτό και η Ευρωζώνη βρίσκεται σε έναν αδιέξοδο
δρόμο.
Απαιτείται λοιπόν να ανακτήσει η Ελλάδα τη δυνατότητα
άσκησης εθνικής νομισματικής πολιτικής. Το νέο εθνικό νόμισμα θα μπορεί να υποτιμηθεί
(σε αντίθεση με το ευρώ). Αυτό στις σημερινές συνθήκες θα αυξήσει τη ζήτηση για
εγχώρια προϊόντα και θα μειώσει την κατανάλωση εισαγόμενων. Θα βελτιωθεί το εμπορικό
ισοζύγιο της Ελλάδας και θα τονωθεί η παραγωγή και η κατανάλωση.
Για όσα προϊόντα δεν παράγονται στη χώρα μας και
λόγω της υποτίμησης θα αυξηθεί η τιμή τους, θα μπορεί το κράτος να εφαρμόσει το
μέτρο της διατίμησης ή και να μειώσει τη φορολογία για όσα είναι είδη πρώτης
ανάγκης ( πχ βενζίνη).
Τη στιγμή που ακόμα και μικρές χώρες όπως η
Ισλανδία κατάφεραν να υψώσουν το ανάστημά τους απέναντι στους τραπεζίτες, να
σταθούν στα πόδια τους, να αποκτήσουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και να αυξήσουν
το βιοτικό επίπεδο των πολιτών τους, είναι κρίμα η Ελλάδα να παρακολουθεί
απαθής και άπρακτη το συνεχές βούλιαγμά της στον πάτο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου