Νικόλας Άσιμος (20 Αυγούστου 1949 - 17 Μαρτίου 1988)
Ο Άσιμος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Ήταν ένας ευαίσθητος και ασυμβίβαστος τραγουδοποιός που η αξία του αναγνωρίστηκε μετά θάνατον. Είχε για στέκι του την πλατεία Εξαρχείων. Ένιωθε ψυχολογικά πιεσμένος από τους κοινωνικούς θεσμούς και ασκούσε κριτική στις διάφορες μορφές εξουσίας. Από τη σχέση του με τη Λίλιαν Χαριτάκη γεννήθηκε το Μάιο του 1976 η κόρη του Λίλιαν. Ο Άσιμος ήταν κατηγορηματικά αντίθετος με τους θεσμούς της κοινωνίας (γάμος, σχολείο, στρατός, εμπορικά κυκλώματα, δισκογραφικές εταιρίες κ.λ.π.). Συμμετείχε ως δημιουργός, με πέντε τραγούδια, στο δίσκο του Βασίλη Παπακωνσταντίνου «Χαιρετίσματα» (1987). Μετά την κυκλοφορία του συγκεκριμένου δίσκου απέκτησε δημοσιότητα. Το βράδυ της 16ης Μαρτίου 1988 πήγε και δείπνησε στο σπίτι της Λίτσας Περράκη. Δε μιλούσε πολύ εκείνο το βράδυ. Οι κουβέντες του μετρημένες και αμφίσημες. Στις 17-3-1988 αυτοκτόνησε κρεμασμένος από ένα σχοινί. Τον βρήκε πρώτη νωρίς το πρωί η Λίτσα Περράκη, η οποία μεταξύ άλλων τον βοηθούσε κρατώντας του το μαγαζί ή πουλώντας τις κασέτες του σε διάφορους ανθρώπους. Οι αστυνομικοί βρήκαν στο μαγαζί του μεταξύ άλλων 6 χειρόγραφα με τα οποία εξηγούσε γιατί αυτοκτόνησε και έδινε οδηγίες σε όσους τον βρουν νεκρό τι να κάνουν. Σ΄ ένα από τα χειρόγραφά του ζήταγε από το Βασίλη Παπακωνσταντίνου να πληρώσει τα έξοδα της κηδείας του και να φροντίσει στο μέλλον την κόρη του.
Παύλος Σιδηρόπουλος (Ιούλιος 1948 - 6 Δεκεμβρίου 1990)
Γεννήθηκε στις 27 Ιουλίου 1948 στην Αθήνα. Στα χρόνια της μεταπολίτευσης, έγινε ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της ροκ μουσικής και συνεργάστηκε με το συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο. Ένα ωραίο τραγούδι που προέκυψε από αυτή τη συνεργασία είναι ο "Ηλεκτρικός Θησέας". Το 1978, δέχτηκε την πρόταση των “Σπυριδούλα” για συνεργασία. Το 1979 κυκλοφόρησε ο δίσκος "Φλου" που ήταν το αποτέλεσμα της συνεργασίας του με το συγκρότημα "Σπυριδούλα". Την ίδια χρονιά, ο Σιδηρόπουλος πρωταγωνιστεί στην ταινία του Ανδρέα Θωμόπουλου, ο «Ασυμβίβαστος». Στις αρχές του 1981 σχημάτισε ένα νέο συγκρότημα που του έδωσε την ονομασία «Απροσάρμοστοι» και μαζί τους θα πορευθεί ως τα τέλη της ζωής του. Το καλοκαίρι του 1990 πήγε στη Νάξο σε μια απόπειρα του να αποτοξινωθεί από την ηρωίνη. Τέλη Αυγούστου άρχισε να παίρνει τηλέφωνο τους «Απροσάρμοστους» και να τους λέει ότι πρέπει να αρχίσουν πρόβες γιατί μόλις επιστρέψει στην Αθήνα θα παίξουν. Πράγματι κλείστηκαν πέντε συναυλίες. Το δεξί του χέρι άρχισε να παραλύει, γεγονός που συνέβαλε στην ψυχολογική του κατάρρευση. Το Δεκέμβριο του 1990 το γκρουπ άρχισε να ηχογραφεί στο στούντιο Sierra. Την παραμονή του θανάτου του, φεύγει από το στούντιο και πηγαίνει σε κεντρικό ξενοδοχείο της λεωφόρου Αλεξάνδρας, όπου από τρίτο πρόσωπο προμηθεύεται την τελευταία δόση. Κατευθύνεται σε φίλη του στο Νέο Κόσμο και στη διάρκεια της νύχτας πέφτει σε κώμα. Το επόμενο πρωί ανακοινώθηκε ο θάνατος του. Η μοίρα έπαιξε ένα παράξενο παιχνίδι : στις 6 Δεκεμβρίου 1990 τα ασθενοφόρα είχαν απεργία και οι φίλοι του, για διάφορους λόγους, ήταν αδύνατο να βρεθούν. Όλοι όσοι άκουσαν το νέο πάγωσαν. Το γεγονός της απώλειάς του ξάφνιασε τους φίλους του αφού λίγους μήνες πριν, είχε αποκηρύξει δημόσια την ηρωίνη σε γνωστό μουσικό περιοδικό, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι: «Θέλω να πω στους πιτσιρικάδες ότι δεν υπάρχει κανένας, μα κανένας απολύτως λόγος να δοκιμάσουν ηρωίνη. Δεν μπορεί να σου δώσει κανένα όραμα, καμιά ψευδαίσθηση (…) . Η ηρωίνη είναι κάτι που σε εκμηδενίζει, είναι ένας μύθος, μια μπούρδα..». Η φυγή του Παύλου Σιδηρόπουλου, του "πρίγκιπα" όπως ήταν το προσωνύμιό του, έχει χαρακτηριστεί σαν το πλέον οδυνηρό και ίσως δυσαναπλήρωτο κενό για την ελληνική ροκ σκηνή. Ο Σιδηρόπουλος έγινε ο πιο δημοφιλής ροκάς της γενιάς του και αγαπήθηκε από μεγάλο μέρος της νεολαίας. Ο "Πρίγκιπας" της ροκ δεν ζει πια κοντά μας. Υπάρχει όμως στη μνήμη μας και στην καρδιά μας.
Κατερίνα Γώγου (1 Ιουνίου 1940 - 3 Οκτωβρίου 1993)
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1940. Εργάστηκε από μικρή ηλικία ως ηθοποιός. Με το σκηνοθέτη σύζυγό της Παύλο Τάσιο απέκτησε μια κόρη, την Μυρτώ. Ορισμένες από τις ταινίες στις οποίες έπαιξε ήταν οι εξής : «Το ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο» (1959), «Μια τρελή, τρελή οικογένεια» (1965), «Ο τρελός τα ’χει τετρακόσια» (1968), «Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση» (1971), «Το βαρύ πεπόνι» (1977), «Παραγγελιά» (1980), «Όστρια, το τέλος του παιχνιδιού» (1984). Συμπαραστάθηκε με διάφορους τρόπους στους κατατρεγμένους. Αγάπησε πολύ τα Εξάρχεια και τους νέους της περιοχής αυτής και ήταν άτομο πολιτικοποιημένο που συμμετείχε σε διάφορους κοινωνικοπολιτικούς αγώνες στις δεκαετίες '70 και '80, χωρίς ποτέ να ζητήσει παράσημα, δάφνες και προβολή. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 η Γώγου ήταν ένα σύμβολο για τη νεολαία του αντιεξουσιαστικού χώρου που ήταν οργισμένη με την καθεστωτική αριστερά. Η Κατερίνα Γώγου δεν ήταν μόνο ηθοποιός και ωραία γυναίκα. Ήταν και ποιήτρια. Το 1978 κυκλοφόρησε η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο «Τρία κλικ αριστερά». Ήταν μια ποιήτρια που άσκησε δριμεία κριτική στον καπιταλισμό και σε κάθε εξουσία. Μέσα από τα ποιήματα που έγραψε, κατάφερε να εκφράσει με αμεσότητα τον πόνο, την απογοήτευση, την οργή, τη στεναχώρια και ένα σωρό άλλα «μη ευχάριστα» συναισθήματα που είναι μέρος της ζωής. Έτσι άγγιξε την ψυχή πολλών ανθρώπων που διάβασαν τα βιβλία της και έγινε αγαπητή ιδιαίτερα στη νεολαία. Η Γώγου έκανε ποίηση σε μια εποχή που άλλοι «ποιητές» έκαναν δημόσιες σχέσεις. Δεν επιδίωξε την προβολή και τη δημοσιότητα. Η ατίθαση και σπαρακτική ποιητική φωνή της Γώγου έγινε τόσο η φωνή της δικής της μεταπολεμικής γενιάς, όσο και της μεταπολιτευτικής γενιάς, αλλά και των ακόμη νεότερων. Σχετικά με την πολιτική της ιδεολογία, θα πρέπει να πούμε ότι η ποιήτρια ξεκίνησε αρχικά από την τροτσκιστική (εξωκοινοβουλευτική) αριστερά και στη συνέχεια εντάχθηκε στον αντιεξουσιαστικό χώρο. Αγωνίστηκε για την απελευθέρωση του αντιεξουσιαστή Φίλιππα Κυρίτση και της Σοφίας Κυρίτση που βρίσκονταν στις φυλακές. (Ο Φίλιππας Κυρίτσης αποφυλακίστηκε τελικά το Δεκέμβριο του 1981 μαζί με τον αντιεξουσιαστή Κυριάκο Μοίρα και το Γιάννη Σκανδάλη). Επίσης, η Κατερίνα Γώγου αγωνίστηκε και για την απελευθέρωση του Γιάννη Σκανδάλη. Ο Σκανδάλης κατηγορήθηκε από την αστυνομία ως συνεργάτης του γιατρού Βασίλη Τσιρώνη και μέλος του ΟΕΜ (Ουδετερόφιλο Ελληνικό Μέτωπο), με αποτέλεσμα να καταδικαστεί το 1978 σε 5 χρόνια φυλάκιση. Την περίοδο 1978-1981 ο Σκανδάλης ξυλοκοπήθηκε και βασανίστηκε ανελέητα μέσα στις φυλακές από τους φύλακές του. Εκτιμώντας τη στάση της Κατερίνας Γώγου, ο Σκανδάλης έγινε πιστός της φίλος και της συμπαραστάθηκε στις δύσκολες στιγμές της. (Ο Σκανδάλης σκοτώθηκε σε τροχαίο στις 30-12-1994). Επίσης, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η ποιήτρια συμπαραστάθηκε και στο φίλο της Νικόλα Άσιμο, όταν εκείνος βρισκόταν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Ο αντιεξουσιαστής Παναγιώτης Παπαδόπουλος (γνωστός και ως «Κάιν») θυμάται ότι είχε δει για τελευταία φορά την Κατερίνα Γώγου το 1987 «(…) όταν μαζί με δύο συντρόφους κάναμε την απεργία πείνας στα Προπύλαια για να μην εκδοθεί στην Ιταλία ο πολιτικός κρατούμενος Μαουρίτσιο Φολίνι και από τότε χαθήκαμε και δεν άκουσα τίποτα για εκείνη μέχρι το άσχημο νέο της απώλειάς της και τον τελευταίο αποχαιρετισμό στην κηδεία της (…)», όπως ο ίδιος έγραψε. Η Κατερίνα πολεμούσε για τις ιδέες τις όχι μόνο με την ποίησή της, αλλά και με τον τρόπο ζωής της. Ο Φίλιππας Κυρίτσης θυμάται μια φορά που είχε πάει μαζί με τη Σοφία Κυρίτση, το Γιάννη Σκανδάλη και το Θεόδωρο Τσουβαλάκη στο σπίτι της Γώγου. Ήταν Χριστούγεννα του 1982. Ο Φ. Κυρίτσης πρότεινε στην Κατερίνα να ενισχύσει οικονομικά διαφόρους κρατούμενους στις φυλακές που στερούνταν ακόμα και τα απολύτως αναγκαία. Της ζήτησε να στείλει επιταγές συνολικής αξίας 3.500 δραχμών. Η Κατερίνα δέχθηκε με προθυμία. Έστειλε τις επιταγές γνωρίζοντας τις ανάγκες των κρατουμένων. Αξίζει επίσης να αναφέρουμε ότι η ποιήτρια είχε πάει και στην κατάληψη Λέλας Καραγιάννη 37. Σας θυμίζουμε ότι το εγκαταλελειμμένο κτίριο που βρίσκεται στην οδό Λέλας Καραγιάννη 37 στην Κυψέλη, καταλήφθηκε στις 15 Απριλίου 1988 από αντιεξουσιαστές και σήμερα παραμένει υπό κατάληψη. Στις 18 Μαρτίου 1991 η ποιήτρια έγραψε ένα γράμμα στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία με τίτλο «Ξεχάσατε τον Πετρόπουλο», στο οποίο εξέφραζε την αλληλεγγύη της προς τον αντιεξουσιαστή Κυριάκο Μαζοκόπο και το συγγραφέα Γιάννη Πετρόπουλο που υπέστη φρικτά βασανιστήρια στις φυλακές της Κέρκυρας μέχρι το 1987 από τους αστυνομικούς. Και οι δύο βρίσκονταν στη φυλακή το 1991. Η αστυνομία συνήθιζε να παρακολουθεί τις κινήσεις της Κατερίνας. Όταν δολοφονήθηκαν δύο αστυνομικοί (ο Υποδιοικητής των ΜΑΤ Παντελής Πέτρου και ο αστυφύλακας Σωτήρης Σταμούλης) από τη «17 Νοέμβρη» στο Παγκράτι, δηλαδή τον Ιανουάριο του 1980, δύο αστυνομικοί εισέβαλαν αιφνιδιαστικά στο σπίτι της Κατερίνας, σπάζοντας την πόρτα του σπιτιού και παίρνοντας μαζί τους την Κατερίνα ως ύποπτη. Οι αστυνομικοί την συνέλαβαν χωρίς να έχουν αποδείξεις ή έστω κάποιο ενοχοποιητικό στοιχείο και χωρίς να μπορέσουν εκ των υστέρων να επιβεβαιώσουν οποιεσδήποτε υποψίες. Η σχέση της ποιήτριας με την αστυνομία ουδέποτε υπήρξε καλή. Μάλιστα, το 1986 η ποιήτρια είχε κάνει μήνυση στον Αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ. Νίκωνα Αρκουδέα επειδή κατά τη διάρκεια μιας διαδήλωσης ξυλοκοπήθηκε άγρια από αστυνομικούς. Το 1991 η αστυνομία την αναζητούσε για να την ανακρίνει σχετικά με μια δολοφονία που έγινε στη Θεσσαλονίκη, με το αιτιολογικό ότι η Κατερίνα γνώριζε το θύμα και τον θύτη. Όμως, η ποιήτρια δεν ήταν υπεύθυνη για το έγκλημα και έτσι αφέθηκε ελεύθερη. Το ρεπορτάζ των εφημερίδων για αυτή την υπόθεση είναι κατατοπιστικό : «Αναζητήθηκε από αστυνομικούς σε όλα τα φιλικά της σπίτια, όπου έμενε όταν ερχόταν στη Θεσσαλονίκη, αλλά δεν βρέθηκε πουθενά. Η Αστυνομία τοποθέτησε μπλόκα σε όλες τις εξόδους της πόλης, στο ΚΤΕΛ Αθηνών, στο σταθμό του ΟΣΕ και στο αεροδρόμιο της Μίκρας». Στο σημείο αυτό, αξίζει να παραθέσουμε λίγους στίχους της ποιήτριας :
«Είμαι ελεύθερη ελεύθερη ελεύθερη / κι όταν έρθει καιρός / που θα κρέμεται στο τσιγκέλι / το πετσί μου σαν τομάρι / απ’ τους κρατικούς εκδορείς και τη λογοκρισία / η φαντασία μου θα τρέχει …»
Μέσα από τα ποιήματά της, αυτή η ασυμβίβαστη και συνάμα ευαίσθητη ποιήτρια έκανε τον πόνο της στίχους και αποτύπωσε μέσα από τις ποιητικές της κραυγές όλη την αθλιότητα που υπήρχε γύρω της. Η Γώγου "συνομίλησε", κυρίως, με τους νέους. Πιο πολύ μιλούν γι’ αυτήν τα ποιήματά της γεμάτα από πόνο, οργή, πάθος, μελαγχολία και απέραντη ευαισθησία... Γιατί πάνω από όλα, η Κατερίνα Γώγου είναι ποιήτρια, μια ξεχωριστή φωνή μέσα στην ποίηση, η “αιώνια έφηβος, η οργισμένη, η πιο σπαρακτικά ραγισμένη φωνή της γενιάς της”. Μια φωνή που αγαπήθηκε και διαβάστηκε πολύ από τους ανυπότακτους και εξεγερμένους νέους. Το σίγουρο είναι ότι ήταν ένας ασυμβίβαστος άνθρωπος, κάποια που δεν άντεχε όλο αυτό τον πόνο και την αθλιότητά γύρω της και έβγαζε ποιητικές κραυγές μπας και η κοινωνία αλλάξει κάποια στιγμή. Ορισμένα ποιήματά της μελοποιήθηκαν. Ο τραγουδοποιός Απόστολος Μπουλασίκης έχει γράψει ένα τραγούδι με τίτλο «Στην Κατερίνα», το οποίο είναι αφιερωμένο στη Γώγου. Αρκετοί είναι οι άνθρωποι που δεν θα την ξεχάσουν ποτέ, κυρίως όσοι την είδαν ή την άκουσαν, όσοι την αισθάνθηκαν και την αγάπησαν. Έφυγε από κοντά μας στις 3 Οκτωβρίου 1993. Πέθανε από υπερβολική δόση χαπιών, εγκαταλείποντας μια κοινωνία που της προκαλούσε θλίψη και απογοήτευση. Ένας φίλος που την επισκέφτηκε στο σπίτι της στον Κεραμεικό, κάλεσε το ασθενοφόρο, ήταν όμως ήδη νεκρή όταν μετακομίστηκε στο Ιπποκράτειο. Ο φίλος αυτός δεν έδωσε περισσότερες πληροφορίες στο νοσοκομείο και εξαφανίστηκε, γι αυτό και η ποιήτρια αναγνωρίστηκε από την κόρη της τρεις μέρες αργότερα. Στις 7 Οκτωβρίου 1993 στις 3.00 μ.μ. ενταφιάστηκε στο Α’ νεκροταφείο Αθηνών. Ο Ρήγας Αξελός εκ μέρους του Συνδέσμου Ελλήνων Ηθοποιών, είπε : "Σου αφήνω λίγα λουλούδια για να σε συντροφεύουν στο μοναχικό ταξίδι σου. Έτσι το θέλει η ψυχούλα σου. Για την ευαισθησία σου που με επιμέλεια έκρυβες, για το ταλέντο σου που κατασπατάλησες και πάνω απ’ όλα για τη δύναμη, την αλύγιστη δύναμη που είχες να αντιμετωπίζεις την όποια εξουσία. Μόνο η αμείλικτη εξουσία του θανάτου σε παγίδεψε. Αντίο Κατερίνα" . Στη νεκρώσιμη ακολουθία ήταν εκατοντάδες άτομα. Ήταν η μητέρα και η κόρη της ποιήτριας και ανάμεσα σε άλλους οι τραγουδιστές Γιώργος Νταλάρας και Βασίλης Παπακωνσταντίνου, η τραγουδίστρια Αφροδίτη Μάνου, οι ηθοποιοί Αντώνης Καφετζόπουλος, Σταύρος Παράβας, Μάρθα Καραγιάννη, Μάρθα Βούρτση. Παρόντες ήταν και πολλά μέλη του αντιεξουσιαστικού χώρου, η δικηγόρος Κατερίνα Ιατροπούλου, ο Μάκης Μπουκουβάλας και ο τροτσκιστής Γιάννης Φελέκης. Στεφάνια κατατέθηκαν από το Συνασπισμό, το Σύνδεσμο Ελλήνων Ηθοποιών και Σεναριογράφων, από τις εκδόσεις Καστανιώτη και τις εκδόσεις Λιβάνη, από το θέατρο Τέχνης και από την Εταιρία Ελλήνων Σκηνοθετών. Λίγες μέρες μετά το θάνατό της, ο Δημήτρης Γκιώνης έγραψε στην Ελευθεροτυπία ότι η ποιήτρια προχώρησε μόνη και απροστάτευτη προς το θάνατο, όπως μόνη και απροστάτευτη είχε ζήσει μια ολόκληρη ζωή. Με την τραυματισμένη ευαισθησία της είχε ήδη φύγει μακριά πριν μας αφήσει, γιατί την κούρασε η ζωή και γιατί παρέμεινε μέχρι το τέλος ένα παιδί που αναζητούσε τρυφερότητα. Στις 26-10-1993, προβλήθηκε στο τηλεοπτικό κανάλι Αντέννα, η εκπομπή «MADE IN GREECE», της Σεμίνας Διγενή με αφιέρωμα στην Κατερίνα Γώγου. Για την ποιήτρια μίλησαν ανάμεσα σε άλλους ο Αντώνης Καφετζόπουλος, η Ολια Λαζαρίδου, ο Γιώργος Χρονάς, ο Νίκος Κούνδουρος και η κόρη της Μυρτώ Τάσιου. Στις 10-10-1995 έγινε στο ΤΕΙ Καβάλας μια εκδήλωση αφιερωμένη στην Κατερίνα Γώγου. Το 1998, το συγκρότημα Magic De Spell μελοποίησε ένα ποίημα απ’ το πρώτο βιβλίο της ποιήτριας. Στην ποίηση της Γώγου βασίζεται και το τραγούδι «Η Μπαλάντα της Φωτιάς» του συγκροτήματος Διάφανα Κρίνα.
Μάνος Λοΐζος (22 Οκτωβρίου 1937 – 17 Σεπτεμβρίου 1982)
Ο διάσημος μουσικοσυνθέτης, στιχουργός και τραγουδιστής Μάνος Λοΐζος γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου του 1937 στην Αλεξάνδρεια. Έγραψε πολλά τραγούδια και στη διάρκεια της χούντας αλλά και στη μεταπολίτευση. Εντάχθηκε στο ΚΚΕ. Συνεργάστηκε με το Λευτέρη Παπαδόπουλο, το Γιάννη Νεγρεπόντη κ.α. Πέθανε το 1982 σε νοσοκομείο της Μόσχας, όπου νοσηλευόταν μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο.
Ελευθερία Βιδάκη (1969 – 2004)
Η Ελευθερία Βιδάκη γεννήθηκε στον Θέρισο Χανίων. Υπήρξε αξιόλογη ηθοποιός και ερμήνευσε σημαντικούς ρόλους στο θέατρο. Έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό από τη συμμετοχή της στην τηλεοπτική σειρά «Κάτι τρέχει με τους δίπλα» και στις «Αέρινες σιωπές». Ήταν παντρεμένη και είχε ένα γιο. Μετά τη γέννηση του γιου της έπασχε από επιλόχεια κατάθλιψη. Η όμορφη και ταλαντούχα ηθοποιός αυτοκτόνησε στις 30 Μαρτίου 2004, πέφτοντας από τον τέταρτο όροφο της πολυκατοικίας όπου διέμενε.
Κώστας Κρυστάλλης (1868 – 1894)
Γεννήθηκε στο Συρράκο της Ηπείρου και υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της Ελλάδας. Το 1887 τύπωσε την πρώτη ποιητική συλλογή του, το επαναστατικό πατριωτικό περιεχόμενο της οποίας έθεσε σε κίνδυνο τη ζωή του στην τουρκοκρατούμενη τότε ΄Ηπειρο. Οι Τούρκοι χωροφύλακες πήγαν να τον συλλάβουν, αλλά ο Κρυστάλλης τους ξέφυγε. Αναγκάστηκε να καταφύγει το 1889 στην Αθήνα, ενώ το τουρκικό στρατοδικείο τον καταδίκασε ερήμην του σε εικοσιπεντάχρονη εξορία. Στην Αθήνα εργάστηκε ως τυπογράφος για δυο χρόνια. Το 1894, αφού εξέδωσε τα διηγήματά του με τον τίτλο «Πεζογραφήματα», έφυγε για την Κέρκυρα. Η επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του υπήρξε ραγδαία. Γύρισε στην Άρτα, όπου άφησε την τελευταία του πνοή στις 22 Απριλίου 1894, σε ηλικία μόλις 26 χρονών.
Κώστας Καρυωτάκης (30 Οκτωβρίου 1896 – 21 Ιουλίου 1928)
Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ποιητές του Μεσοπολέμου. Επηρέασε όχι μόνο τους σύγχρονούς του ποιητές αλλά και τους μεταγενέστερους. Γεννήθηκε στην Τρίπολη το 1896. Εξαιτίας των συχνών μεταθέσεων του πατέρα του, που ήταν νομομηχανικός, μετακινήθηκε στα παιδικά του χρόνια σε διάφορες πόλεις. Το 1913 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία αποφοίτησε το 1917. Εξέδωσε συνολικά 3 ποιητικές συλλογές. Η πρώτη με τίτλο «Ο πόνος του ανθρώπου και των πραγμάτων» κυκλοφόρησε το 1919. Ο Καρυωτάκης εξέφρασε καλύτερα από κάθε άλλον το αίσθημα του ανικανοποίητου και της παρακμής, που χαρακτήριζε την εποχή του. Από το 1919 υπηρέτησε ως δημόσιος υπάλληλος σε διάφορες πόλεις (Θεσσαλονίκη, Σύρο, Άρτα, Αθήνα, Πάτρα). Σύναψε σχέση με την ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη. Το 1928, μην αντέχοντας να κάνει συμβιβασμούς και υποχωρήσεις συγκρούεται με τους προϊσταμένους του και τον Ιούνιο μετατίθεται στην Πρέβεζα. Εκεί, στις 21 Ιουλίου, απομονωμένος και απογοητευμένος έθεσε τέρμα στη ζωή του με ένα περίστροφο. Όσο ζούσε ο ποιητής, το έργο του δεν αναγνωρίστηκε από τους κριτικούς. Αναγνωρίστηκε μόνο μετά τον τραγικό του θάνατο.
Τέλλος Άγρας (1899 – 1944)
Γεννήθηκε στην Καλαμπάκα το 1899. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πήρε το πτυχίο του το 1923. Το 1927 διορίστηκε στην Εθνική Βιβλιοθήκη. Ασχολήθηκε κυρίως με την ποίηση και με μεταφράσεις. Στα ποιήματά του υπάρχει ένα κλίμα πικρής μοναξιάς, βαθιάς μελαγχολίας και απαισιοδοξίας λόγω και της γενικότερης παρακμής που επικρατούσε στην περίοδο του Μεσοπολέμου. Την περίοδο της Κατοχής (1941-1944) είχε εξαντληθεί από τις στερήσεις και τις κακουχίες και η εύθραυστη υγεία του είχε κλονιστεί. Καθώς γύριζε στο σπίτι του την τελευταία μέρα της κατοχής, τραυματίστηκε από αδέσποτη σφαίρα στον αστράγαλο και μετά από ένα μήνα παραμονής του στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός πέθανε από γάγγραινα στις 12 Νοεμβρίου 1944.
Μαρία Πολυδούρη (Απρίλιος 1902 – Απρίλιος 1930)
Γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1902 και ήταν κόρη γυμνασιάρχη. Διορίστηκε υπάλληλος στη Νομαρχία Μεσσηνίας. Έχασε τους γονείς της. Το Φεβρουάριο του 1922 πήγε στην Αθήνα και γράφτηκε στη Νομική Σχολή. Εκεί γνωρίστηκε με τον ποιητή Καρυωτάκη, τον οποίο και ερωτεύτηκε. Έγινε μια από τις σημαντικότερες ποιήτριες του Μεσοπολέμου. Τα ποιήματά της έχουν πηγαίο λυρισμό και τρυφερή ευαισθησία. Ρίχτηκε σε έντονη ζωή που επιβάρυνε σημαντικά την κλονισμένη υγεία της και την οδήγησε στη φυματίωση. Νοσηλεύτηκε για λίγο σε νοσοκομείο του Παρισιού και το 1928 γύρισε στην Αθήνα και μπήκε στο σανατόριο Σωτηρία. Με κρυφές εξόδους από το σανατόριο και με ασυλλόγιστες εξορμήσεις επιδείνωσε κι άλλο την κατάσταση της υγείας της. Ο Καρυωτάκης είχε φύγει απ’ τη ζωή το 1928 και η δική της πορεία προς το θάνατο ήταν πλέον μονόδρομος. Η ποιήτρια πέθανε στο σανατόριο τον Απρίλιο του 1930, σε ηλικία 28 ετών.
Μήτσος Παπανικολάου (1900 – 1943)
Γεννήθηκε στην Ύδρα το 1900 και σπούδασε νομικά. Εγκαταστάθηκε από μικρός στον Πειραιά. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος. Παράλληλα ασχολήθηκε με την ποίηση, τη μετάφραση και την κριτική. Έζησε μια ζωή δυστυχισμένη που τα ναρκωτικά την κατέστρεψαν. Κατάφερε να γίνει ένας από τους σημαντικότερους ποιητές του Μεσοπολέμου αν και μας άφησε λίγα ποιήματα με βαθειά τα ίχνη της μελαγχολίας και της πίκρας της ζωής. Δεν τύπωσε κανένα βιβλίο όσο ήταν στη ζωή. Όπως και ο φίλος του Ναπολέων Λαπαθιώτης, έτσι και αυτός, δεν κατάφερε να ξεφύγει από τον αδιέξοδο δρόμο των ναρκωτικών. Όταν ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και η Κατοχή, αναγκάστηκε να πουλήσει όλα τα πολύτιμα βιβλία του και άλλα πράγματα και εγκαταστάθηκε σε ένα φτωχό δωμάτιο στην Κοκκινιά. Στο δωμάτιο αυτό ζούσε πολύ άθλια. Έζησε βυθισμένος σε μια τραγική απογοήτευση. Οι καταχρήσεις δεν του έδωσαν τη λύτρωση που αναζητούσε. Πέθανε εξαθλιωμένος το 1943 από υπερβολική δόση ναρκωτικών. Τα ποιήματά του «Μέσα στη βουή του δρόμου», «Καραβάκι (Βραδινοί Θάνατοι)», «Χειμώνας» και «Ώρες» έχουν μελοποιηθεί με ιδιαίτερη επιτυχία από το συγκρότημα Domenica.
Ναπολέων Λαπαθιώτης (1888 – 1944)
Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 31 Οκτωβρίου 1888. Ήταν το μοναχοπαίδι μιας ευκατάστατης αριστοκρατικής οικογένειας. Η μητέρα του ήταν ανιψιά του Πρωθυπουργού Χαρίλαου Τρικούπη. Ο πατέρας του λεγόταν Λεωνίδας και ήταν αξιωματικός του ελληνικού στρατού και μαθηματικός. Έφθασε ως το βαθμό του αντιστράτηγου, ήταν οπαδός της βενιζελικής παράταξης και μετά από τη συμμετοχή του στο κίνημα του 1909 στο Γουδί έγινε Υπουργός Στρατιωτικών. Ο μικρός Ναπολέων έμαθε αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά, ενώ παρακολούθησε επίσης μαθήματα πιάνου και ζωγραφικής. Αργότερα, σπούδασε νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά δεν άσκησε ποτέ το επάγγελμα του δικηγόρου. Αφοσιώθηκε στην ποίηση. Το 1912 ξεσπούν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι και κατά τη διάρκειά τους ο Ναπολέων γίνεται έφεδρος ανθυπολοχαγός. Το 1916 ο πατέρας του προσχωρεί στο κίνημα του Βενιζέλου. Ο ποιητής, το 1917 παίρνει και ο ίδιος μέρος στο κίνημα. Ακολουθεί τον πατέρα του στη Θεσσαλονίκη όπου βρίσκεται η έδρα της Κυβέρνησης του Βενιζέλου. Μετά τη νίκη των αντιβενιζελικών στις εκλογές του 1920, ακολουθεί τον πατέρα του στην Αίγυπτο ως διερμηνέας με το βαθμό του ανθυπολοχαγού. Αργότερα επιστρέφει στη Αθήνα όπου διατηρεί για τρία χρόνια τη θέση του διερμηνέα στην Επιτελική Υπηρεσία. Από το 1927 και μετά, ο Ναπολέων έρχεται πιο κοντά στο εργατικό κίνημα και ασπάζεται τη σοσιαλιστική ιδεολογία. Το 1937 πεθαίνει η μητέρα του και ο ποιητής βυθίζεται στη θλίψη. Το 1939 τυπώνει την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Τα ποιήματα», ενώ αρχίζει να έχει έντονα οικονομικά προβλήματα. Λίγο αργότερα, πεθαίνει και ο πατέρας του. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η γεμάτη δυσκολίες περίοδος της Κατοχής συντελούν στη χειροτέρευση της οικονομικής του κατάστασης. Ο ποιητής αναγκάζεται να ξεπουλήσει τα αγαπημένα του βιβλία, παλιά έπιπλα και διάφορα αντικείμενα τέχνης για να ζήσει. Εθίζεται όλο και περισσότερο στα ναρκωτικά , στα οποία είχε καταφύγει σε παλιότερες στιγμές απελπισίας. Ο Τ. Βουρνάς ανέφερε ότι πριν αυτοκτονήσει ο Ναπολέων Λαπαθιώτης φρόντισε να αποκτήσει σύνδεση με τον εφεδρικό ΕΛΑΣ της περιοχής Εξαρχείων όπου κατοικούσε και μια μέρα έμπασε μυστικά στο σπίτι του μια ομάδα Ελασιτών και τους πρόσφερε για τον αγώνα τα όπλα του πατέρα του. Το ΕΑΜ και το ένοπλο τμήμα του, δηλαδή ο ΕΛΑΣ, αποτελούσε τη μαζικότερη οργάνωση της Εθνικής Αντίστασης. Το 1943 ετοιμάζεται να εκδώσει τη δεύτερη ποιητική του συλλογή, αλλά την τελευταία στιγμή η έκδοση ματαιώνεται. Στις 7 Γενάρη του 1944 δίνει τέλος στη ζωή του με ένα περίστροφο. Τα έξοδα της κηδείας καλύφθηκαν από έρανο μεταξύ των φίλων του λογοτεχνών… Στο σημείο αυτό αξίζει να παραθέσουμε λίγους στίχους του.
Τ' όνειρο μου πια δεν είναι να χαρώ, μήτε να ζήσω,
μα να πω μια λέξη μόνο, σα μια φλόγα, - και να σβήσω.
Κι όσο ζω, κι όσο μαθαίνω, τόσο νιώθω, αλίμονο μου,
το βαθύ και το μεγάλο κι απροσμέτρητο κενό μου...
Μόνος ήρθα, κάποιο βράδυ, μόνος πόνεσα για λίγο,
μόνος έζησα του κάκου, - κι όπως ήρθα και θα φύγω.
Ρένα Παγκράτη (1942 – 1998)
Γνωστή ηθοποιός που έπαιξε σε πολλές ταινίες της δεκαετίας του 1980. Γεννήθηκε το 1942 στη Δάφνη. Η καριέρα της στην τηλεόραση ξεκίνησε όταν ακόμα έπαιζε στο μουσικό συγκρότημα Νοστράδαμος. Ορισμένες γνωστές ταινίες στις οποίες έπαιξε είναι «Βασικά καλησπέρα σας» και «Καμικάζι αγάπη μου». Στη συνέχεια έμεινε άνεργη με αποτέλεσμα να βρεθεί σε οικονομικό αδιέξοδο. Πέθανε από υπερβολική δόση χαπιών στις 25 Ιουνίου 1998.
Λευτέρης Βουρνάς (1942 – 1987)
Ο γοητευτικός ηθοποιός της δεκαετίας του 1970, γεννήθηκε το 1942 στην Αθήνα και σπούδασε στη Δραματική Σχολή Σταυράκου. Πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1962 με το έργο "Κόκκινα φανάρια". Έπαιξε πολλούς ρόλους στον κινηματογράφο, σε αισθηματικά έργα και σε κωμωδίες. Έπαιξε και σε διάφορες βιντεοταινίες της δεκαετίας του ’80. Ορισμένες ταινίες στις οποίες έπαιξε ήταν : «Το κοροϊδάκι της πριγκηπέσας» (1971) και «Οι εραστές του ονείρου» (1974). Τελευταία του εμφάνιση στο θέατρο ήταν το 1986 στο έργο "Ησαΐα χόρευε". Τα τελευταία χρόνια ο Βουρνάς υπέφερε από ψυχολογικά προβλήματα. Το τέλος του ήταν τραγικό. Στις 1 Ιουλίου του 1987 έκοψε τις φλέβες του με ξυράφι και βούτηξε στο κενό από τον τρίτο όροφο της πολυκατοικίας που έμενε στη Βούλα. Οι φήμες για τους λόγους που τον οδήγησαν στην αυτοκτονία ήταν πολλές. Κηδεύτηκε με θρήνους στο Α΄ Νεκροταφείο με τραγικές φιγούρες την γυναίκα του, τον φίλο του Σταύρο Παράβα, ηθοποιούς και πολύ κόσμο.
Λίζα Μαλινδρέτου
Η ηθοποιός Λίζα Μαλινδρέτου έπαιξε σε διάφορες βιντεοταινίες. Ορισμένες γνωστές ταινίες της είναι : «Ακαταμάχητος πιλότος», «Ραντεβού με το θάνατο», «Ρόδα τσάντα και κοπάνα». Η ανεργία την οδήγησε στον κόσμο των ναρκωτικών και αυτά στο θάνατο, το 2006 σε ηλικία μόλις 38 ετών. Η αδικοχαμένη ηθοποιός τα τελευταία χρόνια έμενε μόνιμα στην Κρήτη αντιμετωπίζοντας σοβαρά οικονομικά και ψυχολογικά προβλήματα. Από τα μόνα άτομα που στάθηκαν στο πλευρό της, όσο μπορούσαν, ήταν η Καίτη Φίνου.
Πέτρος Λοχαΐτης (1933 – 1976)
Γεννήθηκε στην Αθήνα και υπήρξε ένας από τους γνωστούς ηθοποιούς. Έπαιξε κυρίως σε διάφορες κωμωδίες του Σακελλάριου. Ορισμένες ταινίες στις οποίες έπαιξε ήταν : «Η αρχόντισσα και ο αλήτης» (1969), «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια» (1966), «Το κορίτσι του Λούνα Παρκ» (1968) και «Η Αλίκη δικτάτωρ» (1972). Είχε ένα γιο, αγαπούσε πολύ το ποτό και ήταν στενός φίλος της Αλίκης Βουγιουκλάκη. Στις 29 Μαΐου 1976 σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα, στον Θεολόγο όπου διατηρούσε εξοχικό, όταν το αυτοκίνητό του έπεσε πάνω σε βράχο.
Μάριος Μαλούχος
Ο ηθοποιός Μάριος Μαλούχος έδωσε με υπομονή, επιμονή κι αξιοπρέπεια τη δική του μάχη για να μπει στο θέατρο που τόσο αγάπησε. Αυτόν τον αγώνα δεν τον σταμάτησε ακόμα κι όταν μπήκε στο «λούκι» των ναρκωτικών. Κατάφερε να διεκδικήσει και πάλι τη μεγάλη του αγάπη. Όμως από το «λούκι» των εξαρτησιογόνων ουσιών, έπεσε στον «γκρεμό» της ανεργίας. Χτύπησε πολλές πόρτες αναζητώντας αξιοπρεπή δουλειά, αλλά τις βρήκε όλες κλειστές. Στο τέλος χτύπησε την πόρτα του Χάροντα. Κι αυτή άνοιξε. Αυτοκτόνησε το Μάιο του 2000.
Νίκος Σεργιανόπουλος (24 Σεπτεμβρίου 1952 – 4 Ιουνίου 2008)
Δημοφιλής ηθοποιός του θεάτρου και της τηλεόρασης. Γεννήθηκε στη Δράμα. Σπούδασε στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος από όπου αποφοίτησε το 1979. Στη συνέχεια ίδρυσε την Πειραματική σκηνή Τέχνης στη Θεσσαλονίκη. Πρωταγωνίστησε σε πολλά έργα στο θέατρο, αλλά η τηλεόραση ήταν αυτή που τον έκανε ευρύτερα γνωστό. Ορισμένες γνωστές τηλεοπτικές σειρές στις οποίες έπαιξε ήταν «Ανατομία ενός εγκλήματος» (Ant1), «Άφρικα» (Mega), «Δύο ξένοι» (Mega), «Οι στάβλοι της Εριέττας Ζαΐμη» (Ant1), «Τι ψυχή θα παραδώσεις, μωρή;» (Mega) και «Εξαφάνιση». Η επιτυχημένη κωμική τηλεοπτική σειρά «Δύο ξένοι», που προβλήθηκε την περίοδο 1997-1999, τον έκανε γνωστό στο ευρύ τηλεοπτικό κοινό. Ο Νίκος Σεργιανόπουλος οδηγήθηκε στην κόλαση των ναρκωτικών. Στις 4 Ιουνίου 2008 ο δημοφιλής ηθοποιός βρέθηκε δολοφονημένος στο διαμέρισμά του στο Παγκράτι, με 21 μαχαιριές. Τα τηλεοπτικά κανάλια προχώρησαν σε έκτακτο δελτίο ειδήσεων για να μεταδώσουν τη θλιβερή είδηση (με τίτλους όπως «21 μαχαιριές για το Νίκο Σεργιανόπουλο», «Ο ηθοποιός βρέθηκε σε μια λίμνη αίματος»). Η πλειοψηφία των τηλεθεατών παρακολουθούσε σοκαρισμένη τους δημοσιογράφους να περιγράφουν το αναπάντεχο τραγικό τέλος του ηθοποιού. Παρότι βρέθηκε το μαχαίρι με το οποίο διαπράχτηκε η δολοφονία, αποτυπώματα και διάφορα άλλα στοιχεία, ο δολοφόνος έμεινε ασύλληπτος για μεγάλο διάστημα. Τελικά, τον Ιούλιο του 2008 συνελήφθη ένας 30χρονος Γεωργιανός. Ο Γεωργιανός ομολόγησε στις 26 Ιουλίου 2008 ότι ήταν αυτός που διέπραξε τη δολοφονία.
Βάσος Ανδριανός
Ο ηθοποιός Βάσος Ανδριανός ήταν ιδιαίτερα γνωστός. Έπαιξε σε διάφορες ταινίες όπως «Τι 30, τι 40, τι 50» (1972), «Συμμορία Εραστών» (1972), «Προ του τέλους» (1976) και «Οι Ερωτιάρηδες» (1986). Επίσης, έπαιξε και στη δημοφιλή τηλεοπτική σειρά «Μεθοριακός Σταθμός» που προβλήθηκε στην κρατική τηλεόραση την περίοδο 1974-1981. Το Δεκέμβριο του 1999 βρήκε τραγικό θάνατο πέφτοντας από το μπαλκόνι του τρίτου ορόφου του σπιτιού του στην Κηφισιά. Μετά από τη χρυσή εποχή της βιντεοταινίας, ο ηθοποιός πέρασε στην ανεργία, η οποία τον οδήγησε στην κατάθλιψη και στα χάπια. Το Δεκέμβριο του 1999 βρήκε τραγικό θάνατο πέφτοντας από το μπαλκόνι του τρίτου ορόφου του σπιτιού του στην Κηφισιά. Κάποιοι είπαν ότι ένιωσε ζαλάδα και παρασύροντας μια ξαπλώστρα έπεσε στο κενό. Άλλοι είπαν ότι αυτοκτόνησε λόγω της κατάθλιψης από την οποία έπασχε και λόγω της ανεργίας.
Ο Άσιμος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Ήταν ένας ευαίσθητος και ασυμβίβαστος τραγουδοποιός που η αξία του αναγνωρίστηκε μετά θάνατον. Είχε για στέκι του την πλατεία Εξαρχείων. Ένιωθε ψυχολογικά πιεσμένος από τους κοινωνικούς θεσμούς και ασκούσε κριτική στις διάφορες μορφές εξουσίας. Από τη σχέση του με τη Λίλιαν Χαριτάκη γεννήθηκε το Μάιο του 1976 η κόρη του Λίλιαν. Ο Άσιμος ήταν κατηγορηματικά αντίθετος με τους θεσμούς της κοινωνίας (γάμος, σχολείο, στρατός, εμπορικά κυκλώματα, δισκογραφικές εταιρίες κ.λ.π.). Συμμετείχε ως δημιουργός, με πέντε τραγούδια, στο δίσκο του Βασίλη Παπακωνσταντίνου «Χαιρετίσματα» (1987). Μετά την κυκλοφορία του συγκεκριμένου δίσκου απέκτησε δημοσιότητα. Το βράδυ της 16ης Μαρτίου 1988 πήγε και δείπνησε στο σπίτι της Λίτσας Περράκη. Δε μιλούσε πολύ εκείνο το βράδυ. Οι κουβέντες του μετρημένες και αμφίσημες. Στις 17-3-1988 αυτοκτόνησε κρεμασμένος από ένα σχοινί. Τον βρήκε πρώτη νωρίς το πρωί η Λίτσα Περράκη, η οποία μεταξύ άλλων τον βοηθούσε κρατώντας του το μαγαζί ή πουλώντας τις κασέτες του σε διάφορους ανθρώπους. Οι αστυνομικοί βρήκαν στο μαγαζί του μεταξύ άλλων 6 χειρόγραφα με τα οποία εξηγούσε γιατί αυτοκτόνησε και έδινε οδηγίες σε όσους τον βρουν νεκρό τι να κάνουν. Σ΄ ένα από τα χειρόγραφά του ζήταγε από το Βασίλη Παπακωνσταντίνου να πληρώσει τα έξοδα της κηδείας του και να φροντίσει στο μέλλον την κόρη του.
Παύλος Σιδηρόπουλος (Ιούλιος 1948 - 6 Δεκεμβρίου 1990)
Γεννήθηκε στις 27 Ιουλίου 1948 στην Αθήνα. Στα χρόνια της μεταπολίτευσης, έγινε ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της ροκ μουσικής και συνεργάστηκε με το συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο. Ένα ωραίο τραγούδι που προέκυψε από αυτή τη συνεργασία είναι ο "Ηλεκτρικός Θησέας". Το 1978, δέχτηκε την πρόταση των “Σπυριδούλα” για συνεργασία. Το 1979 κυκλοφόρησε ο δίσκος "Φλου" που ήταν το αποτέλεσμα της συνεργασίας του με το συγκρότημα "Σπυριδούλα". Την ίδια χρονιά, ο Σιδηρόπουλος πρωταγωνιστεί στην ταινία του Ανδρέα Θωμόπουλου, ο «Ασυμβίβαστος». Στις αρχές του 1981 σχημάτισε ένα νέο συγκρότημα που του έδωσε την ονομασία «Απροσάρμοστοι» και μαζί τους θα πορευθεί ως τα τέλη της ζωής του. Το καλοκαίρι του 1990 πήγε στη Νάξο σε μια απόπειρα του να αποτοξινωθεί από την ηρωίνη. Τέλη Αυγούστου άρχισε να παίρνει τηλέφωνο τους «Απροσάρμοστους» και να τους λέει ότι πρέπει να αρχίσουν πρόβες γιατί μόλις επιστρέψει στην Αθήνα θα παίξουν. Πράγματι κλείστηκαν πέντε συναυλίες. Το δεξί του χέρι άρχισε να παραλύει, γεγονός που συνέβαλε στην ψυχολογική του κατάρρευση. Το Δεκέμβριο του 1990 το γκρουπ άρχισε να ηχογραφεί στο στούντιο Sierra. Την παραμονή του θανάτου του, φεύγει από το στούντιο και πηγαίνει σε κεντρικό ξενοδοχείο της λεωφόρου Αλεξάνδρας, όπου από τρίτο πρόσωπο προμηθεύεται την τελευταία δόση. Κατευθύνεται σε φίλη του στο Νέο Κόσμο και στη διάρκεια της νύχτας πέφτει σε κώμα. Το επόμενο πρωί ανακοινώθηκε ο θάνατος του. Η μοίρα έπαιξε ένα παράξενο παιχνίδι : στις 6 Δεκεμβρίου 1990 τα ασθενοφόρα είχαν απεργία και οι φίλοι του, για διάφορους λόγους, ήταν αδύνατο να βρεθούν. Όλοι όσοι άκουσαν το νέο πάγωσαν. Το γεγονός της απώλειάς του ξάφνιασε τους φίλους του αφού λίγους μήνες πριν, είχε αποκηρύξει δημόσια την ηρωίνη σε γνωστό μουσικό περιοδικό, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι: «Θέλω να πω στους πιτσιρικάδες ότι δεν υπάρχει κανένας, μα κανένας απολύτως λόγος να δοκιμάσουν ηρωίνη. Δεν μπορεί να σου δώσει κανένα όραμα, καμιά ψευδαίσθηση (…) . Η ηρωίνη είναι κάτι που σε εκμηδενίζει, είναι ένας μύθος, μια μπούρδα..». Η φυγή του Παύλου Σιδηρόπουλου, του "πρίγκιπα" όπως ήταν το προσωνύμιό του, έχει χαρακτηριστεί σαν το πλέον οδυνηρό και ίσως δυσαναπλήρωτο κενό για την ελληνική ροκ σκηνή. Ο Σιδηρόπουλος έγινε ο πιο δημοφιλής ροκάς της γενιάς του και αγαπήθηκε από μεγάλο μέρος της νεολαίας. Ο "Πρίγκιπας" της ροκ δεν ζει πια κοντά μας. Υπάρχει όμως στη μνήμη μας και στην καρδιά μας.
Κατερίνα Γώγου (1 Ιουνίου 1940 - 3 Οκτωβρίου 1993)
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1940. Εργάστηκε από μικρή ηλικία ως ηθοποιός. Με το σκηνοθέτη σύζυγό της Παύλο Τάσιο απέκτησε μια κόρη, την Μυρτώ. Ορισμένες από τις ταινίες στις οποίες έπαιξε ήταν οι εξής : «Το ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο» (1959), «Μια τρελή, τρελή οικογένεια» (1965), «Ο τρελός τα ’χει τετρακόσια» (1968), «Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση» (1971), «Το βαρύ πεπόνι» (1977), «Παραγγελιά» (1980), «Όστρια, το τέλος του παιχνιδιού» (1984). Συμπαραστάθηκε με διάφορους τρόπους στους κατατρεγμένους. Αγάπησε πολύ τα Εξάρχεια και τους νέους της περιοχής αυτής και ήταν άτομο πολιτικοποιημένο που συμμετείχε σε διάφορους κοινωνικοπολιτικούς αγώνες στις δεκαετίες '70 και '80, χωρίς ποτέ να ζητήσει παράσημα, δάφνες και προβολή. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 η Γώγου ήταν ένα σύμβολο για τη νεολαία του αντιεξουσιαστικού χώρου που ήταν οργισμένη με την καθεστωτική αριστερά. Η Κατερίνα Γώγου δεν ήταν μόνο ηθοποιός και ωραία γυναίκα. Ήταν και ποιήτρια. Το 1978 κυκλοφόρησε η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο «Τρία κλικ αριστερά». Ήταν μια ποιήτρια που άσκησε δριμεία κριτική στον καπιταλισμό και σε κάθε εξουσία. Μέσα από τα ποιήματα που έγραψε, κατάφερε να εκφράσει με αμεσότητα τον πόνο, την απογοήτευση, την οργή, τη στεναχώρια και ένα σωρό άλλα «μη ευχάριστα» συναισθήματα που είναι μέρος της ζωής. Έτσι άγγιξε την ψυχή πολλών ανθρώπων που διάβασαν τα βιβλία της και έγινε αγαπητή ιδιαίτερα στη νεολαία. Η Γώγου έκανε ποίηση σε μια εποχή που άλλοι «ποιητές» έκαναν δημόσιες σχέσεις. Δεν επιδίωξε την προβολή και τη δημοσιότητα. Η ατίθαση και σπαρακτική ποιητική φωνή της Γώγου έγινε τόσο η φωνή της δικής της μεταπολεμικής γενιάς, όσο και της μεταπολιτευτικής γενιάς, αλλά και των ακόμη νεότερων. Σχετικά με την πολιτική της ιδεολογία, θα πρέπει να πούμε ότι η ποιήτρια ξεκίνησε αρχικά από την τροτσκιστική (εξωκοινοβουλευτική) αριστερά και στη συνέχεια εντάχθηκε στον αντιεξουσιαστικό χώρο. Αγωνίστηκε για την απελευθέρωση του αντιεξουσιαστή Φίλιππα Κυρίτση και της Σοφίας Κυρίτση που βρίσκονταν στις φυλακές. (Ο Φίλιππας Κυρίτσης αποφυλακίστηκε τελικά το Δεκέμβριο του 1981 μαζί με τον αντιεξουσιαστή Κυριάκο Μοίρα και το Γιάννη Σκανδάλη). Επίσης, η Κατερίνα Γώγου αγωνίστηκε και για την απελευθέρωση του Γιάννη Σκανδάλη. Ο Σκανδάλης κατηγορήθηκε από την αστυνομία ως συνεργάτης του γιατρού Βασίλη Τσιρώνη και μέλος του ΟΕΜ (Ουδετερόφιλο Ελληνικό Μέτωπο), με αποτέλεσμα να καταδικαστεί το 1978 σε 5 χρόνια φυλάκιση. Την περίοδο 1978-1981 ο Σκανδάλης ξυλοκοπήθηκε και βασανίστηκε ανελέητα μέσα στις φυλακές από τους φύλακές του. Εκτιμώντας τη στάση της Κατερίνας Γώγου, ο Σκανδάλης έγινε πιστός της φίλος και της συμπαραστάθηκε στις δύσκολες στιγμές της. (Ο Σκανδάλης σκοτώθηκε σε τροχαίο στις 30-12-1994). Επίσης, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η ποιήτρια συμπαραστάθηκε και στο φίλο της Νικόλα Άσιμο, όταν εκείνος βρισκόταν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Ο αντιεξουσιαστής Παναγιώτης Παπαδόπουλος (γνωστός και ως «Κάιν») θυμάται ότι είχε δει για τελευταία φορά την Κατερίνα Γώγου το 1987 «(…) όταν μαζί με δύο συντρόφους κάναμε την απεργία πείνας στα Προπύλαια για να μην εκδοθεί στην Ιταλία ο πολιτικός κρατούμενος Μαουρίτσιο Φολίνι και από τότε χαθήκαμε και δεν άκουσα τίποτα για εκείνη μέχρι το άσχημο νέο της απώλειάς της και τον τελευταίο αποχαιρετισμό στην κηδεία της (…)», όπως ο ίδιος έγραψε. Η Κατερίνα πολεμούσε για τις ιδέες τις όχι μόνο με την ποίησή της, αλλά και με τον τρόπο ζωής της. Ο Φίλιππας Κυρίτσης θυμάται μια φορά που είχε πάει μαζί με τη Σοφία Κυρίτση, το Γιάννη Σκανδάλη και το Θεόδωρο Τσουβαλάκη στο σπίτι της Γώγου. Ήταν Χριστούγεννα του 1982. Ο Φ. Κυρίτσης πρότεινε στην Κατερίνα να ενισχύσει οικονομικά διαφόρους κρατούμενους στις φυλακές που στερούνταν ακόμα και τα απολύτως αναγκαία. Της ζήτησε να στείλει επιταγές συνολικής αξίας 3.500 δραχμών. Η Κατερίνα δέχθηκε με προθυμία. Έστειλε τις επιταγές γνωρίζοντας τις ανάγκες των κρατουμένων. Αξίζει επίσης να αναφέρουμε ότι η ποιήτρια είχε πάει και στην κατάληψη Λέλας Καραγιάννη 37. Σας θυμίζουμε ότι το εγκαταλελειμμένο κτίριο που βρίσκεται στην οδό Λέλας Καραγιάννη 37 στην Κυψέλη, καταλήφθηκε στις 15 Απριλίου 1988 από αντιεξουσιαστές και σήμερα παραμένει υπό κατάληψη. Στις 18 Μαρτίου 1991 η ποιήτρια έγραψε ένα γράμμα στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία με τίτλο «Ξεχάσατε τον Πετρόπουλο», στο οποίο εξέφραζε την αλληλεγγύη της προς τον αντιεξουσιαστή Κυριάκο Μαζοκόπο και το συγγραφέα Γιάννη Πετρόπουλο που υπέστη φρικτά βασανιστήρια στις φυλακές της Κέρκυρας μέχρι το 1987 από τους αστυνομικούς. Και οι δύο βρίσκονταν στη φυλακή το 1991. Η αστυνομία συνήθιζε να παρακολουθεί τις κινήσεις της Κατερίνας. Όταν δολοφονήθηκαν δύο αστυνομικοί (ο Υποδιοικητής των ΜΑΤ Παντελής Πέτρου και ο αστυφύλακας Σωτήρης Σταμούλης) από τη «17 Νοέμβρη» στο Παγκράτι, δηλαδή τον Ιανουάριο του 1980, δύο αστυνομικοί εισέβαλαν αιφνιδιαστικά στο σπίτι της Κατερίνας, σπάζοντας την πόρτα του σπιτιού και παίρνοντας μαζί τους την Κατερίνα ως ύποπτη. Οι αστυνομικοί την συνέλαβαν χωρίς να έχουν αποδείξεις ή έστω κάποιο ενοχοποιητικό στοιχείο και χωρίς να μπορέσουν εκ των υστέρων να επιβεβαιώσουν οποιεσδήποτε υποψίες. Η σχέση της ποιήτριας με την αστυνομία ουδέποτε υπήρξε καλή. Μάλιστα, το 1986 η ποιήτρια είχε κάνει μήνυση στον Αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ. Νίκωνα Αρκουδέα επειδή κατά τη διάρκεια μιας διαδήλωσης ξυλοκοπήθηκε άγρια από αστυνομικούς. Το 1991 η αστυνομία την αναζητούσε για να την ανακρίνει σχετικά με μια δολοφονία που έγινε στη Θεσσαλονίκη, με το αιτιολογικό ότι η Κατερίνα γνώριζε το θύμα και τον θύτη. Όμως, η ποιήτρια δεν ήταν υπεύθυνη για το έγκλημα και έτσι αφέθηκε ελεύθερη. Το ρεπορτάζ των εφημερίδων για αυτή την υπόθεση είναι κατατοπιστικό : «Αναζητήθηκε από αστυνομικούς σε όλα τα φιλικά της σπίτια, όπου έμενε όταν ερχόταν στη Θεσσαλονίκη, αλλά δεν βρέθηκε πουθενά. Η Αστυνομία τοποθέτησε μπλόκα σε όλες τις εξόδους της πόλης, στο ΚΤΕΛ Αθηνών, στο σταθμό του ΟΣΕ και στο αεροδρόμιο της Μίκρας». Στο σημείο αυτό, αξίζει να παραθέσουμε λίγους στίχους της ποιήτριας :
«Είμαι ελεύθερη ελεύθερη ελεύθερη / κι όταν έρθει καιρός / που θα κρέμεται στο τσιγκέλι / το πετσί μου σαν τομάρι / απ’ τους κρατικούς εκδορείς και τη λογοκρισία / η φαντασία μου θα τρέχει …»
Μέσα από τα ποιήματά της, αυτή η ασυμβίβαστη και συνάμα ευαίσθητη ποιήτρια έκανε τον πόνο της στίχους και αποτύπωσε μέσα από τις ποιητικές της κραυγές όλη την αθλιότητα που υπήρχε γύρω της. Η Γώγου "συνομίλησε", κυρίως, με τους νέους. Πιο πολύ μιλούν γι’ αυτήν τα ποιήματά της γεμάτα από πόνο, οργή, πάθος, μελαγχολία και απέραντη ευαισθησία... Γιατί πάνω από όλα, η Κατερίνα Γώγου είναι ποιήτρια, μια ξεχωριστή φωνή μέσα στην ποίηση, η “αιώνια έφηβος, η οργισμένη, η πιο σπαρακτικά ραγισμένη φωνή της γενιάς της”. Μια φωνή που αγαπήθηκε και διαβάστηκε πολύ από τους ανυπότακτους και εξεγερμένους νέους. Το σίγουρο είναι ότι ήταν ένας ασυμβίβαστος άνθρωπος, κάποια που δεν άντεχε όλο αυτό τον πόνο και την αθλιότητά γύρω της και έβγαζε ποιητικές κραυγές μπας και η κοινωνία αλλάξει κάποια στιγμή. Ορισμένα ποιήματά της μελοποιήθηκαν. Ο τραγουδοποιός Απόστολος Μπουλασίκης έχει γράψει ένα τραγούδι με τίτλο «Στην Κατερίνα», το οποίο είναι αφιερωμένο στη Γώγου. Αρκετοί είναι οι άνθρωποι που δεν θα την ξεχάσουν ποτέ, κυρίως όσοι την είδαν ή την άκουσαν, όσοι την αισθάνθηκαν και την αγάπησαν. Έφυγε από κοντά μας στις 3 Οκτωβρίου 1993. Πέθανε από υπερβολική δόση χαπιών, εγκαταλείποντας μια κοινωνία που της προκαλούσε θλίψη και απογοήτευση. Ένας φίλος που την επισκέφτηκε στο σπίτι της στον Κεραμεικό, κάλεσε το ασθενοφόρο, ήταν όμως ήδη νεκρή όταν μετακομίστηκε στο Ιπποκράτειο. Ο φίλος αυτός δεν έδωσε περισσότερες πληροφορίες στο νοσοκομείο και εξαφανίστηκε, γι αυτό και η ποιήτρια αναγνωρίστηκε από την κόρη της τρεις μέρες αργότερα. Στις 7 Οκτωβρίου 1993 στις 3.00 μ.μ. ενταφιάστηκε στο Α’ νεκροταφείο Αθηνών. Ο Ρήγας Αξελός εκ μέρους του Συνδέσμου Ελλήνων Ηθοποιών, είπε : "Σου αφήνω λίγα λουλούδια για να σε συντροφεύουν στο μοναχικό ταξίδι σου. Έτσι το θέλει η ψυχούλα σου. Για την ευαισθησία σου που με επιμέλεια έκρυβες, για το ταλέντο σου που κατασπατάλησες και πάνω απ’ όλα για τη δύναμη, την αλύγιστη δύναμη που είχες να αντιμετωπίζεις την όποια εξουσία. Μόνο η αμείλικτη εξουσία του θανάτου σε παγίδεψε. Αντίο Κατερίνα" . Στη νεκρώσιμη ακολουθία ήταν εκατοντάδες άτομα. Ήταν η μητέρα και η κόρη της ποιήτριας και ανάμεσα σε άλλους οι τραγουδιστές Γιώργος Νταλάρας και Βασίλης Παπακωνσταντίνου, η τραγουδίστρια Αφροδίτη Μάνου, οι ηθοποιοί Αντώνης Καφετζόπουλος, Σταύρος Παράβας, Μάρθα Καραγιάννη, Μάρθα Βούρτση. Παρόντες ήταν και πολλά μέλη του αντιεξουσιαστικού χώρου, η δικηγόρος Κατερίνα Ιατροπούλου, ο Μάκης Μπουκουβάλας και ο τροτσκιστής Γιάννης Φελέκης. Στεφάνια κατατέθηκαν από το Συνασπισμό, το Σύνδεσμο Ελλήνων Ηθοποιών και Σεναριογράφων, από τις εκδόσεις Καστανιώτη και τις εκδόσεις Λιβάνη, από το θέατρο Τέχνης και από την Εταιρία Ελλήνων Σκηνοθετών. Λίγες μέρες μετά το θάνατό της, ο Δημήτρης Γκιώνης έγραψε στην Ελευθεροτυπία ότι η ποιήτρια προχώρησε μόνη και απροστάτευτη προς το θάνατο, όπως μόνη και απροστάτευτη είχε ζήσει μια ολόκληρη ζωή. Με την τραυματισμένη ευαισθησία της είχε ήδη φύγει μακριά πριν μας αφήσει, γιατί την κούρασε η ζωή και γιατί παρέμεινε μέχρι το τέλος ένα παιδί που αναζητούσε τρυφερότητα. Στις 26-10-1993, προβλήθηκε στο τηλεοπτικό κανάλι Αντέννα, η εκπομπή «MADE IN GREECE», της Σεμίνας Διγενή με αφιέρωμα στην Κατερίνα Γώγου. Για την ποιήτρια μίλησαν ανάμεσα σε άλλους ο Αντώνης Καφετζόπουλος, η Ολια Λαζαρίδου, ο Γιώργος Χρονάς, ο Νίκος Κούνδουρος και η κόρη της Μυρτώ Τάσιου. Στις 10-10-1995 έγινε στο ΤΕΙ Καβάλας μια εκδήλωση αφιερωμένη στην Κατερίνα Γώγου. Το 1998, το συγκρότημα Magic De Spell μελοποίησε ένα ποίημα απ’ το πρώτο βιβλίο της ποιήτριας. Στην ποίηση της Γώγου βασίζεται και το τραγούδι «Η Μπαλάντα της Φωτιάς» του συγκροτήματος Διάφανα Κρίνα.
Μάνος Λοΐζος (22 Οκτωβρίου 1937 – 17 Σεπτεμβρίου 1982)
Ο διάσημος μουσικοσυνθέτης, στιχουργός και τραγουδιστής Μάνος Λοΐζος γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου του 1937 στην Αλεξάνδρεια. Έγραψε πολλά τραγούδια και στη διάρκεια της χούντας αλλά και στη μεταπολίτευση. Εντάχθηκε στο ΚΚΕ. Συνεργάστηκε με το Λευτέρη Παπαδόπουλο, το Γιάννη Νεγρεπόντη κ.α. Πέθανε το 1982 σε νοσοκομείο της Μόσχας, όπου νοσηλευόταν μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο.
Ελευθερία Βιδάκη (1969 – 2004)
Η Ελευθερία Βιδάκη γεννήθηκε στον Θέρισο Χανίων. Υπήρξε αξιόλογη ηθοποιός και ερμήνευσε σημαντικούς ρόλους στο θέατρο. Έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό από τη συμμετοχή της στην τηλεοπτική σειρά «Κάτι τρέχει με τους δίπλα» και στις «Αέρινες σιωπές». Ήταν παντρεμένη και είχε ένα γιο. Μετά τη γέννηση του γιου της έπασχε από επιλόχεια κατάθλιψη. Η όμορφη και ταλαντούχα ηθοποιός αυτοκτόνησε στις 30 Μαρτίου 2004, πέφτοντας από τον τέταρτο όροφο της πολυκατοικίας όπου διέμενε.
Κώστας Κρυστάλλης (1868 – 1894)
Γεννήθηκε στο Συρράκο της Ηπείρου και υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της Ελλάδας. Το 1887 τύπωσε την πρώτη ποιητική συλλογή του, το επαναστατικό πατριωτικό περιεχόμενο της οποίας έθεσε σε κίνδυνο τη ζωή του στην τουρκοκρατούμενη τότε ΄Ηπειρο. Οι Τούρκοι χωροφύλακες πήγαν να τον συλλάβουν, αλλά ο Κρυστάλλης τους ξέφυγε. Αναγκάστηκε να καταφύγει το 1889 στην Αθήνα, ενώ το τουρκικό στρατοδικείο τον καταδίκασε ερήμην του σε εικοσιπεντάχρονη εξορία. Στην Αθήνα εργάστηκε ως τυπογράφος για δυο χρόνια. Το 1894, αφού εξέδωσε τα διηγήματά του με τον τίτλο «Πεζογραφήματα», έφυγε για την Κέρκυρα. Η επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του υπήρξε ραγδαία. Γύρισε στην Άρτα, όπου άφησε την τελευταία του πνοή στις 22 Απριλίου 1894, σε ηλικία μόλις 26 χρονών.
Κώστας Καρυωτάκης (30 Οκτωβρίου 1896 – 21 Ιουλίου 1928)
Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ποιητές του Μεσοπολέμου. Επηρέασε όχι μόνο τους σύγχρονούς του ποιητές αλλά και τους μεταγενέστερους. Γεννήθηκε στην Τρίπολη το 1896. Εξαιτίας των συχνών μεταθέσεων του πατέρα του, που ήταν νομομηχανικός, μετακινήθηκε στα παιδικά του χρόνια σε διάφορες πόλεις. Το 1913 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία αποφοίτησε το 1917. Εξέδωσε συνολικά 3 ποιητικές συλλογές. Η πρώτη με τίτλο «Ο πόνος του ανθρώπου και των πραγμάτων» κυκλοφόρησε το 1919. Ο Καρυωτάκης εξέφρασε καλύτερα από κάθε άλλον το αίσθημα του ανικανοποίητου και της παρακμής, που χαρακτήριζε την εποχή του. Από το 1919 υπηρέτησε ως δημόσιος υπάλληλος σε διάφορες πόλεις (Θεσσαλονίκη, Σύρο, Άρτα, Αθήνα, Πάτρα). Σύναψε σχέση με την ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη. Το 1928, μην αντέχοντας να κάνει συμβιβασμούς και υποχωρήσεις συγκρούεται με τους προϊσταμένους του και τον Ιούνιο μετατίθεται στην Πρέβεζα. Εκεί, στις 21 Ιουλίου, απομονωμένος και απογοητευμένος έθεσε τέρμα στη ζωή του με ένα περίστροφο. Όσο ζούσε ο ποιητής, το έργο του δεν αναγνωρίστηκε από τους κριτικούς. Αναγνωρίστηκε μόνο μετά τον τραγικό του θάνατο.
Τέλλος Άγρας (1899 – 1944)
Γεννήθηκε στην Καλαμπάκα το 1899. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πήρε το πτυχίο του το 1923. Το 1927 διορίστηκε στην Εθνική Βιβλιοθήκη. Ασχολήθηκε κυρίως με την ποίηση και με μεταφράσεις. Στα ποιήματά του υπάρχει ένα κλίμα πικρής μοναξιάς, βαθιάς μελαγχολίας και απαισιοδοξίας λόγω και της γενικότερης παρακμής που επικρατούσε στην περίοδο του Μεσοπολέμου. Την περίοδο της Κατοχής (1941-1944) είχε εξαντληθεί από τις στερήσεις και τις κακουχίες και η εύθραυστη υγεία του είχε κλονιστεί. Καθώς γύριζε στο σπίτι του την τελευταία μέρα της κατοχής, τραυματίστηκε από αδέσποτη σφαίρα στον αστράγαλο και μετά από ένα μήνα παραμονής του στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός πέθανε από γάγγραινα στις 12 Νοεμβρίου 1944.
Μαρία Πολυδούρη (Απρίλιος 1902 – Απρίλιος 1930)
Γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1902 και ήταν κόρη γυμνασιάρχη. Διορίστηκε υπάλληλος στη Νομαρχία Μεσσηνίας. Έχασε τους γονείς της. Το Φεβρουάριο του 1922 πήγε στην Αθήνα και γράφτηκε στη Νομική Σχολή. Εκεί γνωρίστηκε με τον ποιητή Καρυωτάκη, τον οποίο και ερωτεύτηκε. Έγινε μια από τις σημαντικότερες ποιήτριες του Μεσοπολέμου. Τα ποιήματά της έχουν πηγαίο λυρισμό και τρυφερή ευαισθησία. Ρίχτηκε σε έντονη ζωή που επιβάρυνε σημαντικά την κλονισμένη υγεία της και την οδήγησε στη φυματίωση. Νοσηλεύτηκε για λίγο σε νοσοκομείο του Παρισιού και το 1928 γύρισε στην Αθήνα και μπήκε στο σανατόριο Σωτηρία. Με κρυφές εξόδους από το σανατόριο και με ασυλλόγιστες εξορμήσεις επιδείνωσε κι άλλο την κατάσταση της υγείας της. Ο Καρυωτάκης είχε φύγει απ’ τη ζωή το 1928 και η δική της πορεία προς το θάνατο ήταν πλέον μονόδρομος. Η ποιήτρια πέθανε στο σανατόριο τον Απρίλιο του 1930, σε ηλικία 28 ετών.
Μήτσος Παπανικολάου (1900 – 1943)
Γεννήθηκε στην Ύδρα το 1900 και σπούδασε νομικά. Εγκαταστάθηκε από μικρός στον Πειραιά. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος. Παράλληλα ασχολήθηκε με την ποίηση, τη μετάφραση και την κριτική. Έζησε μια ζωή δυστυχισμένη που τα ναρκωτικά την κατέστρεψαν. Κατάφερε να γίνει ένας από τους σημαντικότερους ποιητές του Μεσοπολέμου αν και μας άφησε λίγα ποιήματα με βαθειά τα ίχνη της μελαγχολίας και της πίκρας της ζωής. Δεν τύπωσε κανένα βιβλίο όσο ήταν στη ζωή. Όπως και ο φίλος του Ναπολέων Λαπαθιώτης, έτσι και αυτός, δεν κατάφερε να ξεφύγει από τον αδιέξοδο δρόμο των ναρκωτικών. Όταν ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και η Κατοχή, αναγκάστηκε να πουλήσει όλα τα πολύτιμα βιβλία του και άλλα πράγματα και εγκαταστάθηκε σε ένα φτωχό δωμάτιο στην Κοκκινιά. Στο δωμάτιο αυτό ζούσε πολύ άθλια. Έζησε βυθισμένος σε μια τραγική απογοήτευση. Οι καταχρήσεις δεν του έδωσαν τη λύτρωση που αναζητούσε. Πέθανε εξαθλιωμένος το 1943 από υπερβολική δόση ναρκωτικών. Τα ποιήματά του «Μέσα στη βουή του δρόμου», «Καραβάκι (Βραδινοί Θάνατοι)», «Χειμώνας» και «Ώρες» έχουν μελοποιηθεί με ιδιαίτερη επιτυχία από το συγκρότημα Domenica.
Ναπολέων Λαπαθιώτης (1888 – 1944)
Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 31 Οκτωβρίου 1888. Ήταν το μοναχοπαίδι μιας ευκατάστατης αριστοκρατικής οικογένειας. Η μητέρα του ήταν ανιψιά του Πρωθυπουργού Χαρίλαου Τρικούπη. Ο πατέρας του λεγόταν Λεωνίδας και ήταν αξιωματικός του ελληνικού στρατού και μαθηματικός. Έφθασε ως το βαθμό του αντιστράτηγου, ήταν οπαδός της βενιζελικής παράταξης και μετά από τη συμμετοχή του στο κίνημα του 1909 στο Γουδί έγινε Υπουργός Στρατιωτικών. Ο μικρός Ναπολέων έμαθε αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά, ενώ παρακολούθησε επίσης μαθήματα πιάνου και ζωγραφικής. Αργότερα, σπούδασε νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά δεν άσκησε ποτέ το επάγγελμα του δικηγόρου. Αφοσιώθηκε στην ποίηση. Το 1912 ξεσπούν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι και κατά τη διάρκειά τους ο Ναπολέων γίνεται έφεδρος ανθυπολοχαγός. Το 1916 ο πατέρας του προσχωρεί στο κίνημα του Βενιζέλου. Ο ποιητής, το 1917 παίρνει και ο ίδιος μέρος στο κίνημα. Ακολουθεί τον πατέρα του στη Θεσσαλονίκη όπου βρίσκεται η έδρα της Κυβέρνησης του Βενιζέλου. Μετά τη νίκη των αντιβενιζελικών στις εκλογές του 1920, ακολουθεί τον πατέρα του στην Αίγυπτο ως διερμηνέας με το βαθμό του ανθυπολοχαγού. Αργότερα επιστρέφει στη Αθήνα όπου διατηρεί για τρία χρόνια τη θέση του διερμηνέα στην Επιτελική Υπηρεσία. Από το 1927 και μετά, ο Ναπολέων έρχεται πιο κοντά στο εργατικό κίνημα και ασπάζεται τη σοσιαλιστική ιδεολογία. Το 1937 πεθαίνει η μητέρα του και ο ποιητής βυθίζεται στη θλίψη. Το 1939 τυπώνει την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Τα ποιήματα», ενώ αρχίζει να έχει έντονα οικονομικά προβλήματα. Λίγο αργότερα, πεθαίνει και ο πατέρας του. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η γεμάτη δυσκολίες περίοδος της Κατοχής συντελούν στη χειροτέρευση της οικονομικής του κατάστασης. Ο ποιητής αναγκάζεται να ξεπουλήσει τα αγαπημένα του βιβλία, παλιά έπιπλα και διάφορα αντικείμενα τέχνης για να ζήσει. Εθίζεται όλο και περισσότερο στα ναρκωτικά , στα οποία είχε καταφύγει σε παλιότερες στιγμές απελπισίας. Ο Τ. Βουρνάς ανέφερε ότι πριν αυτοκτονήσει ο Ναπολέων Λαπαθιώτης φρόντισε να αποκτήσει σύνδεση με τον εφεδρικό ΕΛΑΣ της περιοχής Εξαρχείων όπου κατοικούσε και μια μέρα έμπασε μυστικά στο σπίτι του μια ομάδα Ελασιτών και τους πρόσφερε για τον αγώνα τα όπλα του πατέρα του. Το ΕΑΜ και το ένοπλο τμήμα του, δηλαδή ο ΕΛΑΣ, αποτελούσε τη μαζικότερη οργάνωση της Εθνικής Αντίστασης. Το 1943 ετοιμάζεται να εκδώσει τη δεύτερη ποιητική του συλλογή, αλλά την τελευταία στιγμή η έκδοση ματαιώνεται. Στις 7 Γενάρη του 1944 δίνει τέλος στη ζωή του με ένα περίστροφο. Τα έξοδα της κηδείας καλύφθηκαν από έρανο μεταξύ των φίλων του λογοτεχνών… Στο σημείο αυτό αξίζει να παραθέσουμε λίγους στίχους του.
Τ' όνειρο μου πια δεν είναι να χαρώ, μήτε να ζήσω,
μα να πω μια λέξη μόνο, σα μια φλόγα, - και να σβήσω.
Κι όσο ζω, κι όσο μαθαίνω, τόσο νιώθω, αλίμονο μου,
το βαθύ και το μεγάλο κι απροσμέτρητο κενό μου...
Μόνος ήρθα, κάποιο βράδυ, μόνος πόνεσα για λίγο,
μόνος έζησα του κάκου, - κι όπως ήρθα και θα φύγω.
Ρένα Παγκράτη (1942 – 1998)
Γνωστή ηθοποιός που έπαιξε σε πολλές ταινίες της δεκαετίας του 1980. Γεννήθηκε το 1942 στη Δάφνη. Η καριέρα της στην τηλεόραση ξεκίνησε όταν ακόμα έπαιζε στο μουσικό συγκρότημα Νοστράδαμος. Ορισμένες γνωστές ταινίες στις οποίες έπαιξε είναι «Βασικά καλησπέρα σας» και «Καμικάζι αγάπη μου». Στη συνέχεια έμεινε άνεργη με αποτέλεσμα να βρεθεί σε οικονομικό αδιέξοδο. Πέθανε από υπερβολική δόση χαπιών στις 25 Ιουνίου 1998.
Λευτέρης Βουρνάς (1942 – 1987)
Ο γοητευτικός ηθοποιός της δεκαετίας του 1970, γεννήθηκε το 1942 στην Αθήνα και σπούδασε στη Δραματική Σχολή Σταυράκου. Πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1962 με το έργο "Κόκκινα φανάρια". Έπαιξε πολλούς ρόλους στον κινηματογράφο, σε αισθηματικά έργα και σε κωμωδίες. Έπαιξε και σε διάφορες βιντεοταινίες της δεκαετίας του ’80. Ορισμένες ταινίες στις οποίες έπαιξε ήταν : «Το κοροϊδάκι της πριγκηπέσας» (1971) και «Οι εραστές του ονείρου» (1974). Τελευταία του εμφάνιση στο θέατρο ήταν το 1986 στο έργο "Ησαΐα χόρευε". Τα τελευταία χρόνια ο Βουρνάς υπέφερε από ψυχολογικά προβλήματα. Το τέλος του ήταν τραγικό. Στις 1 Ιουλίου του 1987 έκοψε τις φλέβες του με ξυράφι και βούτηξε στο κενό από τον τρίτο όροφο της πολυκατοικίας που έμενε στη Βούλα. Οι φήμες για τους λόγους που τον οδήγησαν στην αυτοκτονία ήταν πολλές. Κηδεύτηκε με θρήνους στο Α΄ Νεκροταφείο με τραγικές φιγούρες την γυναίκα του, τον φίλο του Σταύρο Παράβα, ηθοποιούς και πολύ κόσμο.
Λίζα Μαλινδρέτου
Η ηθοποιός Λίζα Μαλινδρέτου έπαιξε σε διάφορες βιντεοταινίες. Ορισμένες γνωστές ταινίες της είναι : «Ακαταμάχητος πιλότος», «Ραντεβού με το θάνατο», «Ρόδα τσάντα και κοπάνα». Η ανεργία την οδήγησε στον κόσμο των ναρκωτικών και αυτά στο θάνατο, το 2006 σε ηλικία μόλις 38 ετών. Η αδικοχαμένη ηθοποιός τα τελευταία χρόνια έμενε μόνιμα στην Κρήτη αντιμετωπίζοντας σοβαρά οικονομικά και ψυχολογικά προβλήματα. Από τα μόνα άτομα που στάθηκαν στο πλευρό της, όσο μπορούσαν, ήταν η Καίτη Φίνου.
Πέτρος Λοχαΐτης (1933 – 1976)
Γεννήθηκε στην Αθήνα και υπήρξε ένας από τους γνωστούς ηθοποιούς. Έπαιξε κυρίως σε διάφορες κωμωδίες του Σακελλάριου. Ορισμένες ταινίες στις οποίες έπαιξε ήταν : «Η αρχόντισσα και ο αλήτης» (1969), «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια» (1966), «Το κορίτσι του Λούνα Παρκ» (1968) και «Η Αλίκη δικτάτωρ» (1972). Είχε ένα γιο, αγαπούσε πολύ το ποτό και ήταν στενός φίλος της Αλίκης Βουγιουκλάκη. Στις 29 Μαΐου 1976 σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα, στον Θεολόγο όπου διατηρούσε εξοχικό, όταν το αυτοκίνητό του έπεσε πάνω σε βράχο.
Μάριος Μαλούχος
Ο ηθοποιός Μάριος Μαλούχος έδωσε με υπομονή, επιμονή κι αξιοπρέπεια τη δική του μάχη για να μπει στο θέατρο που τόσο αγάπησε. Αυτόν τον αγώνα δεν τον σταμάτησε ακόμα κι όταν μπήκε στο «λούκι» των ναρκωτικών. Κατάφερε να διεκδικήσει και πάλι τη μεγάλη του αγάπη. Όμως από το «λούκι» των εξαρτησιογόνων ουσιών, έπεσε στον «γκρεμό» της ανεργίας. Χτύπησε πολλές πόρτες αναζητώντας αξιοπρεπή δουλειά, αλλά τις βρήκε όλες κλειστές. Στο τέλος χτύπησε την πόρτα του Χάροντα. Κι αυτή άνοιξε. Αυτοκτόνησε το Μάιο του 2000.
Νίκος Σεργιανόπουλος (24 Σεπτεμβρίου 1952 – 4 Ιουνίου 2008)
Δημοφιλής ηθοποιός του θεάτρου και της τηλεόρασης. Γεννήθηκε στη Δράμα. Σπούδασε στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος από όπου αποφοίτησε το 1979. Στη συνέχεια ίδρυσε την Πειραματική σκηνή Τέχνης στη Θεσσαλονίκη. Πρωταγωνίστησε σε πολλά έργα στο θέατρο, αλλά η τηλεόραση ήταν αυτή που τον έκανε ευρύτερα γνωστό. Ορισμένες γνωστές τηλεοπτικές σειρές στις οποίες έπαιξε ήταν «Ανατομία ενός εγκλήματος» (Ant1), «Άφρικα» (Mega), «Δύο ξένοι» (Mega), «Οι στάβλοι της Εριέττας Ζαΐμη» (Ant1), «Τι ψυχή θα παραδώσεις, μωρή;» (Mega) και «Εξαφάνιση». Η επιτυχημένη κωμική τηλεοπτική σειρά «Δύο ξένοι», που προβλήθηκε την περίοδο 1997-1999, τον έκανε γνωστό στο ευρύ τηλεοπτικό κοινό. Ο Νίκος Σεργιανόπουλος οδηγήθηκε στην κόλαση των ναρκωτικών. Στις 4 Ιουνίου 2008 ο δημοφιλής ηθοποιός βρέθηκε δολοφονημένος στο διαμέρισμά του στο Παγκράτι, με 21 μαχαιριές. Τα τηλεοπτικά κανάλια προχώρησαν σε έκτακτο δελτίο ειδήσεων για να μεταδώσουν τη θλιβερή είδηση (με τίτλους όπως «21 μαχαιριές για το Νίκο Σεργιανόπουλο», «Ο ηθοποιός βρέθηκε σε μια λίμνη αίματος»). Η πλειοψηφία των τηλεθεατών παρακολουθούσε σοκαρισμένη τους δημοσιογράφους να περιγράφουν το αναπάντεχο τραγικό τέλος του ηθοποιού. Παρότι βρέθηκε το μαχαίρι με το οποίο διαπράχτηκε η δολοφονία, αποτυπώματα και διάφορα άλλα στοιχεία, ο δολοφόνος έμεινε ασύλληπτος για μεγάλο διάστημα. Τελικά, τον Ιούλιο του 2008 συνελήφθη ένας 30χρονος Γεωργιανός. Ο Γεωργιανός ομολόγησε στις 26 Ιουλίου 2008 ότι ήταν αυτός που διέπραξε τη δολοφονία.
Βάσος Ανδριανός
Ο ηθοποιός Βάσος Ανδριανός ήταν ιδιαίτερα γνωστός. Έπαιξε σε διάφορες ταινίες όπως «Τι 30, τι 40, τι 50» (1972), «Συμμορία Εραστών» (1972), «Προ του τέλους» (1976) και «Οι Ερωτιάρηδες» (1986). Επίσης, έπαιξε και στη δημοφιλή τηλεοπτική σειρά «Μεθοριακός Σταθμός» που προβλήθηκε στην κρατική τηλεόραση την περίοδο 1974-1981. Το Δεκέμβριο του 1999 βρήκε τραγικό θάνατο πέφτοντας από το μπαλκόνι του τρίτου ορόφου του σπιτιού του στην Κηφισιά. Μετά από τη χρυσή εποχή της βιντεοταινίας, ο ηθοποιός πέρασε στην ανεργία, η οποία τον οδήγησε στην κατάθλιψη και στα χάπια. Το Δεκέμβριο του 1999 βρήκε τραγικό θάνατο πέφτοντας από το μπαλκόνι του τρίτου ορόφου του σπιτιού του στην Κηφισιά. Κάποιοι είπαν ότι ένιωσε ζαλάδα και παρασύροντας μια ξαπλώστρα έπεσε στο κενό. Άλλοι είπαν ότι αυτοκτόνησε λόγω της κατάθλιψης από την οποία έπασχε και λόγω της ανεργίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου