Ένας από τους πιο διαβόητους στυγερούς
εγκληματίες και δωσιλόγους της κατοχής ήταν ο Γεώργιος Πούλος.
Ο Γεώργιος Πούλος (1889 - 1949) ήταν απόστρατος
αντιβασιλικός αξιωματικός, φανατικός γερμανόφιλος και χιτλερικός, με πλούσια
εγκληματική δράση. Δολοφόνος πολυάριθμων αμάχων και γνωστός για τη σαδιστική
επιθυμία του να βασανίζει φρικτά διάφορα από τα θύματά του.
Γεννήθηκε στη Ρουμανία, αλλά καταγόταν
από τον Πλάτανο της Ναυπακτίας. Συμμετείχε στο στρατιωτικό κίνημα του Πάγκαλου
το 1925. Μετά το αποτυχημένο βενιζελικό κίνημα του 1935, αποτάχθηκε από το
στράτευμα.
Ο Πούλος υπήρξε στέλεχος της οργάνωσης
ΕΕΕ.
Η ΕΕΕ (Εθνική Ένωσις Ελλάς) ήταν μια
από τις πιο βίαιες φασιστικές και ρατσιστικές οργανώσεις που έδρασαν στην
Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Λίγες εβδομάδες μετά τη γερμανική
εισβολή στην Ελλάδα (1941), εμφανίστηκε ένα δημοσίευμα στην εφημερίδα «Νέα
Ευρώπη» της Θεσσαλονίκης, το οποίο αναφερόταν στην είδηση της ανασύστασης της
οργάνωσης ΕΕΕ με νέο όνομα : «Εθνικοσοσιαλιστικόν Κόμμα Ελλάδος». Η νέα αυτή
πολιτική οργάνωση, με ξεκάθαρο ναζιστικό υπόβαθρο όπως φανερώνει η ονομασία
της, απέκτησε γραφεία στην οδό Τσιμισκή. Το καλοκαίρι του 1941, η ΕΕΕ
ανασυστάθηκε και στην Αθήνα. Η ηγεσία της ΕΕ περιελάμβανε τον Κωνσταντίνο Γούλα
(φανατικό γερμανόφιλο και εχθρό του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ), το Γεώργιο Αρβανιτάκη, το
συνταγματάρχη Γρηγοράκη, τον Ι. Κοσμίδη (γνωστό από τις βιαιότητες στο
συνοικισμό του Κάμπελ), το Γεώργιο Κεφαλά, το Βασίλη Σκανδάλη και τον
Κωνσταντίνο Σκανδάλη. Στην ΕΕΕ Θεσσαλονίκης ήταν ενταγμένος ο Πούλος.
Η εγκληματική δράση του Πούλου στην
κατοχή
Ο Πούλος εμφανίστηκε δυναμικά στο
προσκήνιο μόλις άρχισε η περίοδος της γερμανικής κατοχής. Μέσα από τις γραμμές
της ΕΕΕ αρχικά και του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδος στη συνέχεια,
εκφράζοντας δημόσια το άσβεστο μίσος που έτρεφε για τους Άγγλους και για τους
κομμουνιστές, ο Πούλος άρχισε να κερδίζει την απόλυτη εμπιστοσύνη των Γερμανών
κατακτητών, τους οποίους υπηρέτησε με πίστη και αφοσίωση.
Το 1943 ίδρυσε μια δική του ένοπλη
δοσιλογική οργάνωση με την ονομασία «Εθελοντικό Τάγμα Πούλου» ή «Poulos Verband». Το «Εθελοντικό Τάγμα Πούλου» εξοπλίστηκε από τους
Γερμανούς, απέκτησε γερμανικές στολές με τα διακριτικά ΕΕΣ («Εθνικός Ελληνικός
Στρατός») και συμμετείχε σε διάφορες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του γερμανικού
στρατού κατοχής στη Μακεδονία, κυρίως εναντίον ανταρτών της αντιστασιακής
οργάνωσης ΕΑΜ - ΕΛΑΣ. Όμως, δεν μπόρεσε ποτέ να συγκεντρώσει στις τάξεις του
παραπάνω από 300 άνδρες. Την περίοδο 1943-1944 το «Εθελοντικό Τάγμα Πούλου» διέπραξε
λεηλασίες, ξυλοδαρμούς, εμπρησμούς (π.χ. πυρπόληση του χωριού Ερμακιά) και
δολοφονίες εναντίον Ελλήνων δρώντας μόνο του ή σε συνεργασία με τις γερμανικές
δυνάμεις κατοχής. Ο Πούλος αρκετά συχνά έκανε φιλογερμανική προπαγάνδα και απέκτησε
το ψευδώνυμο "Φον Πούλος". Σε ορισμένες περιπτώσεις συνεργάστηκε με
άλλους γνωστούς δοσίλογους όπως ο Αντώνης Δάγκουλας, ο Κισά Μπατζάκ και ο
Μιχάλαγας. Πάνω από τη δεξιά τσέπη του χιτωνίου του υπήρχε ο γερμανικός αετός
με τη ναζιστική σβάστικα.
Ορισμένοι ένοπλοι άνδρες του Πούλου
στη Θεσσαλονίκη, συνελάμβαναν και βασάνιζαν αριστερούς, οι οποίοι στη συνέχεια
οδηγούνταν στο στρατόπεδο «Παύλος Μελάς» και εκτελούνταν. Το Σεπτέμβριο του
1943, η γερμανική SD
αναγνώρισε το «Εθελοντικό Τάγμα Πούλου» ως μέρος του οργανισμού της στην Ελλάδα,
παραχωρώντας του γραφεία και ένα πεδίο ασκήσεων. Τον ίδιο μήνα, το «Εθελοντικό
Τάγμα Πούλου» υπήχθη στο 2ο Σύνταγμα Brandenburg και εγκαταστάθηκε μέσα και γύρω από την Πτολεμαΐδα
Κοζάνης.Πηγαίνοντας στην Πτολεμαΐδα ο Πούλος, δημιούργησε φυλάκια στη Γαλάτεια,
στον Πελαργό, στην Αρδασσα και στην Κλεισούρα.
Μια γερμανική αναφορά της Dienstelle Aktiv Propaganda της 4ης Μαϊου
1944 αναφέρει : «Μέχρι της υπηρεσίας ημών όμως καταφθάνουν πληροφορίαι ότι ο
Πούλος χρηματίζεται ασυστόλως λεηλατών και αυτάς ακόμη τας προίκας νεαρών
κορασίδων εις τα χωρία όπου δρώσι τα τμήματά του.» . Οι συμμετέχοντες στην
οργάνωση του Πούλου απέκτησαν κακή φήμη και έγιναν γνωστοί στη Μακεδονία
περισσότερο για τα φρικιαστικά εγκλήματά τους εις βάρος αμάχων παρά για τις
επιδόσεις τους στις πολεμικές συγκρούσεις.
Τον Ιανουάριο του 1944 το τάγμα του
Πούλου δέχθηκε 90-100 άνδρες από την Κρήτη. Τον Απρίλιο του 1944 το τάγμα του
Πούλου υπέστη απώλειες λόγω μιας επίθεσης που δέχθηκε από αντάρτες του ΕΑΜ –
ΕΛΑΣ από το Βέρμιο. Σύμφωνα με τους αντάρτες του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, σκοτώθηκαν 83
Πουλικοί. Τον Ιούλιο του 1944 άνδρες από το τάγμα του Πούλου και από το 5ο
Τάγμα Ασφαλείας Πτολεμαϊδας, με διοικητή τον ταγματάρχη Μαλτέζο, συμμετείχαν
στις επιχειρήσεις των Γερμανών, ανατολικά του Βερμίου, εναντίον των
αντιστασιακών.
Την άνοιξη του 1944, ο Πούλος
εγκαταστάθηκε στην Κρύα Βρύση του νομού Πέλλας, την οποία μετέτρεψε σε
προπύργιό του.
Στις 2 Σεπτεμβρίου 1944 άνδρες του
Πούλου και του Σούμπερτ περικύκλωσαν το Χορτιάτη και σκότωσαν 149 κατοίκους του
χωριού, ανάμεσα στους οποίους ήταν και αρκετές γυναίκες και παιδιά.
Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1944 οι άνδρες
του Πούλου και του Γερμανού υπαξιωματικού Φριτς Σούμπερτ, περικύκλωσαν τα
Γιαννιτσά και προέβησαν σε σφαγές αμάχων, με αποτέλεσμα περίπου 120 άνθρωποι να
βρουν τραγικό θάνατο. Πολλές γυναίκες κακοποιήθηκαν, πολλά σπίτια κάηκαν ενώ
τραγικό τέλος περίμενε τους άνδρες που ξεψύχησαν μέσα στο λάκκο που άνοιξαν υπό
την απειλή των όπλων, τα ίδια τους τα παιδιά.
Το φθινόπωρο του 1944, το τάγμα του
Πούλου και οι εφεδρείες του, υπό τις διαταγές του ταγματάρχη Φάχερνιγκ,
ετοιμάστηκαν να αναχωρήσουν από την Ελλάδα, ακολουθώντας το γερμανικό στρατό
που υποχωρούσε. Μέχρι τις αρχές Απριλίου του 1945, το τάγμα του Πούλου
συμμετείχε μαζί με Γερμανούς στρατιώτες σε μάχες εναντίον των κομμουνιστών
ανταρτών του Τίτο στη Σλοβενία. Τελικά, εγκαταστάθηκε στην Αυστρία και
συμμετείχε μαζί με άλλους Έλληνες ναζιστές στη ναζιστική «κυβέρνηση» του
Τσιρονίκου. Στην Αυστρία παρότρυνε διάφορα άτομα να ενταχθούν στο τάγμα του και
να φορέσουν τη γερμανική στολή και το μαύρο περιβραχιόνιο με τον αετό και τον
αγκυλωτό σταυρό.
Τελικά ο Πούλος δεν κατάφερε να
αποφύγει τη σύλληψη. Συνελήφθη στο Κίτσμπιχελ της Αυστρίας στις 19-5-1945 από
τους Αμερικανούς. Κρατήθηκε σε στρατιωτικές φυλακές, έξω από τη Στουτγάρδη. Αρκετό
καιρό αργότερα, στις 24 Μαρτίου 1947, μεταφέρθηκε μαζί με 201 Πουλικούς στην
Ελλάδα. Στις 9 Απριλίου 1947 οδηγήθηκε στις στρατιωτικές φυλακές Επταπυργίου.
Στις 22 Μαΐου 1947 άρχισε στο Διαρκές Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης η δίκη του
Πούλου και των συνεργατών του. Κατηγορούμενοι ήταν ο Γ. Πούλος, η Μαστιχούλα
Πούλου, ο Αν. Καναβάτζογλου, ο Αρ. Ζαρταλούδης, ο Ν. Πανταζής, ο Θ. Λαζαρίδης,
ο Π. Θεοδωρίδης, ο Διογ. Καρακάσογλου, ο Ηλίας Συκαμιώτης και άλλοι. Κατά την
απολογία του, στις 29-5-1947, ο Πούλος έκανε για άλλη μια φορά φραστική επίθεση
κατά του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και παραδέχτηκε ότι εξοπλίστηκε από τους Γερμανούς
κατακτητές. Τελικά, με ψήφους 4-1, οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν από την
κατηγορία της κατασκοπείας.
Τον Οκτώβριο του 1945 έφθασε στις
εφημερίδες της Θεσσαλονίκης η είδηση ότι περίπου 200 άνδρες του Πούλου είχαν
μεταφερθεί από τη Γερμανία και βρίσκονταν στην Πάτρα. Πολύ γρήγορα όμως, οι περισσότεροι
από αυτούς θα ξέφευγαν από το δόκανο της ελληνικής δικαιοσύνης. Στις 13
Δεκεμβρίου 1945 το Τμήμα Μεταγωγών της Αθήνας απελευθέρωσε 70 άνδρες του
Πούλου. Λίγο αργότερα, στις 15 Δεκεμβρίου το Τμήμα Μεταγωγών του Πειραιά
απελευθέρωσε 15 άνδρες του Πούλου. Όλα
αυτά έγιναν με απόφαση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ο οποίος διατήρησε
προφυλακιστέους μόνο αυτούς για οποίους είχαν βγει εντάλματα σύλληψης από τον
Ειδικό Επίτροπο Δοσιλόγων Θεσσαλονίκης. Ακόμα και χωρίς εντάλματα όμως, υπήρχε
η δυνατότητα να συνεχιστεί η κράτηση και των υπολοίπων στην περίπτωση που δεν
θα είχαν χαρακτηριστεί ως απλοί δοσίλογοι, αλλά θα είχαν κατηγορηθεί για εσχάτη
προδοσία. Οι περισσότεροι Πουλικοί, εκμεταλευόμενοι το ανέλπιστο δώρο που τους
προσφέρθηκε, έσπευσαν να εξαφανιστούν.
Στις 2-12-1947 άρχισε η δίκη του Πούλου
στο Ειδικό Δικαστήριο Δοσιλόγων Θεσσαλονίκης, με πρόεδρο το Χαράλαμπο Πέρρο. Μαζί
του στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθισαν άλλα 26 άτομα, ενώ 169 άτομα
δικάστηκαν ερήμην. Η δίκη τελείωσε στις 11-12-1947 κι ο βασικός κατηγορούμενος,
δηλαδή ο Πούλος, με άλλους 20 καταδικάστηκε σε θάνατο και δις σε ισόβια. Το
δικαστήριο αποφάσισε να αθωώσει 6 άτομα (Μαστιχούλα Πούλου, Άσια Γαρουφαλή,
Δημήτριος Ευαγγελόπουλος, Χρήστος Μιχαλακέας, Γεώργιος Σαπουνάς, Βασίλειος Καπετανόπουλος).
Στη συνέχεια ο αμετανόητος ναζιστής Γεώργιος
Πούλος μεταφέρθηκε στις φυλακές Επταπυργίου (Ιανουάριος 1948) και ύστερα στις
φυλακές της Καλλιθέας (Ιούνιος 1948). Εκτελέστηκε στις 11 Ιουνίου 1949 στο
Γουδί. Οι περισσότεροι συγκατηγορούμενοί του, κατάφεραν να γλυτώσουν με πολύ
ελαφρύτερες ποινές. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο Αγκόπ Ατζεμιάν αποφυλακίστηκε
το 1951, ο Παντελής Βόγλης αποφυλακίστηκε το 1952, ο Κωνσταντίνος Ζήσης το
1952, ο Σπύρος Κασιμάτης (που είχε καταδικαστεί σε 20 χρόνια κάθειρξη)
αποφυλακίστηκε το 1952, ο Ιωάννης Μαύρος το 1952, ο Χαρίλαος Πίκας το 1952, ο
Γεώργιος Χουβαρδάς το 1952 και ο Βασίλειος Κόζας το 1950.
Ορισμένοι συνεργάτες του Γεωργίου
Πούλου
Διονύσιος Αγάθος (1885-1956) (Ναζιστής αξιωματικός που γεννήθηκε στη Κέρκυρα, αλλά
ζούσε στη Θεσσαλονίκη. Το καλοκαίρι του 1944 ανέλαβε την ηγεσία του ναζιστικού
κόμματος Μακεδονίας-Θράκης. Ήταν παντρεμένος με μια Βουλγάρα και είχε αναπτύξει
στενές σχέσεις τόσο με τις γερμανικές αρχές κατοχής όσο και με τις βουλγαρικές.
Κατά τη διάρκεια της κατοχής, παρέδιδε με προθυμία σε καθημερινή βάση δελτία
πληροφοριών στο Στρατιωτικό Διοικητή Θεσσαλονίκης και συμμετείχε σε ομάδα
αντικατασκοπείας των Γερμανών, συνεργαζόμενος με τον Πούλο, τον ταγματάρχη
Γεώργιο Ζαρταλούδη και τον Εμμανουήλ Γαρουφαλή. Μάλιστα είχε δικό του γραφείο
στο Αρχηγείο της (γερμανικής) Μυστικής Αστυνομίας Στρατού (Geheime Feldpolizei), που βρισκόταν στην οδό Τσιμισκή 72. Αξίζει να
αναφέρουμε ότι στον Αγάθο πιστώθηκε από την Υπηρεσία Διαχειρίσεως Ισραηλιτικών
Περιουσιών ένα γαλακτοπωλείο του Αλμπέρτο Σαρφατή στην οδό Βασιλέως Ηρακλείου
8, που ο Άγαθος το μετέτρεψε σε πολυτελέστατο γαλακτοπωλείο - ζαχαροπλαστείο
και έγινε στέκι των Γερμανών και των Ελλήνων συνεργατών τους. Το κατάστημα αυτό
εξοπλίστηκε με αντικείμενα αξίας 4.400.900 δραχμών που αφαιρέθηκαν από το
κατάστημα του Μπενρουμπή στην οδό Καποδιστρίου. Το Μάιο του 1945 κατέφυγε στην
Ελβετία και παρουσιάστηκε στην ελληνική πρεσβεία στη Βέρνη, αποκρύπτοντας το
αληθινό του όνομα. Συνελήφθη από τις ελβετικές αρχές. Τον Αύγουστο του 1947
καταδικάστηκε από την ελληνική δικαιοσύνη ερήμην σε ισόβια και ολική δήμευση
της περιουσίας του. Το Σεπτέμβριο του 1947 οδηγήθηκε στις φυλακές Επταπυργίου.
Το Νοέμβριο του 1947 καταδικάστηκε σε φυλάκιση 12 ετών (γλυτώνοντας τα ισόβια)
και δήμευση της μισής περιουσίας του. Στις 3 Νοεμβρίου 1956 πέθανε στο σπίτι
του από καρδιακή προσβολή, σε ηλικία 71 ετών.)
Ιωάννης Βελισσαρίδης
(μέλος του τάγματος του ναζιστή Πούλου και άτομο της εμπιστοσύνης του. Είχε
ποντιακή καταγωγή και ήταν παλιό μέλος της ΕΟΝ και έφεδρος Υπίλαρχος. Τα
εγκλήματά του προκάλεσαν την απέχθεια του πληθυσμού της Μακεδονίας. Συμμετείχε
ενεργά στην πυρπόληση και λεηλασία του χωριού Λέχοβο Φλώρινας. Στις 20 Μαΐου 1944,
καθώς επέστρεφε στην Καλαμαριά, βρήκε να τον περιμένουν ορισμένα μέλη της
οργάνωσης Ο.Π.Λ.Α., τα οποία τον εκτέλεσαν. Για να εκδικηθούν για το θάνατό
του, οι Γερμανοί εκτέλεσαν 10 άτομα.)
Εμμανουήλ Γαρουφαλής
(απόστρατος Σμηναγός που δραστηριοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη ως μέλος του
τάγματος του ναζιστή Πούλου, την περίοδο της κατοχής. Κατέδωσε στους Γερμανούς
διάφορους συναδέλφους του αξιωματικούς που προσπαθούσαν να διαφύγουν στη Μέση
Ανατολή. Οι Γερμανοί τον αντάμειψαν προσφέροντάς του μια θέση στην υπηρεσία της
αντικατασκοπίας. Όταν είδε ότι το τέλος του πολέμου πλησίαζε, έφυγε από την
Ελλάδα, μαζί με την ερωμένη του Παγώνα, η οποία ήταν υπηρέτρια του Γ. Πούλου.
Στη Σλοβενία, τσακώθηκε με τον Απόστολο Καρταλάκη, ο οποίος σκότωσε χωρίς
αναστολές αυτόν και την ερωμένη του, δηλαδή την Παγώνα.)
Ξενοφών «Φον» Γιοσμάς
(γνωστός βασιλόφρων, γερμανόφιλος και δωσίλογος. Κατά την κατοχή εγκατέλειψε
την Πιερία και κατέφυγε στη Θεσσαλονίκη, όπου κατατάχθηκε στην οργάνωση του
Πούλου, αναλαμβάνοντας το λόχο προπαγάνδας. Στις 26-10-1944 ακολούθησε τους
Γερμανούς και τον Πούλο κατά την υποχώρησή τους. Συνεργάστηκε με τον ναζιστή
Τσιρονίκο στη Βιέννη και έγινε υπεύθυνος Τύπου και Προπαγάνδας στη ναζιστική
«κυβέρνηση» του Τσιρονίκου. Το 1945 η ελληνική δικαιοσύνη τον καταδίκασε ερήμην
σε θάνατο. Τον Ιούνιο του 1947 ήρθε στην Ελλάδα. Όχι μόνο δεν εκτελέστηκε, αλλά
σύντομα αποφυλακίστηκε χάρη στο βασιλιά Παύλο που του απένειμε χάρη. Το 1952
βγήκε από τη φυλακή και αργότερα έγινε σχολικός έφορος στην Άνω Τούμπα
Θεσσαλονίκης και εκδότης εφημερίδας. Πέθανε στις 14 Ιανουαρίου 1975, ύστερα από
εγκεφαλικό επεισόδιο. Ο γιος του, Αλέξανδρος Γιοσμάς, ήταν υποψήφιος βουλευτής
με το ΛΑ.Ο.Σ. του Καρατζαφέρη.)
Νικόλαος Ζωγράφος
(Δικηγόρος από τη Βέροια, φανατικός γερμανόφιλος και ναζιστής. Αρχικά δημοσίευε
άρθρα υπέρ της Γερμανίας σε μια εφημερίδα της Βέροιας και στη ναζιστική
εφημερίδα «Νέα Ευρώπη» και μετά προσχώρησε στην οργάνωση του ναζιστή Πούλου,
αναλάμβανοντας διευθυντής του τμήματος προπαγάνδας. Τον Αύγουστο του 1943
ίδρυσε στη Θεσσαλονίκη το παράρτημα του «Συνδέσμου των Φίλων της Χιτλερικής
Κινήσεως». Προηγουμένως είχε εξασφαλίσει τη συγκατάθεση του αρχηγού του
Συνδέσμου (στην Αθήνα) Γεωργίου Πριντάκη. Κατέφυγε στην Αυστρία, μαζί με άλλους
ναζιστές (1944). Στις 22 Δεκεμβρίου 1945 μεταφέρθηκε δέσμιος από την Αθήνα στη
Θεσσαλονίκη, απολογήθηκε και κρίθηκε προφυλακιστέος. Τον Απρίλιο του 1947
καταδικάστηκε σε φυλάκιση 5,5 ετών.)
Απόστολος Καρταλάκης (Γεννήθηκε
το 1912. Ήταν μέλος της δωσιλογικής οργάνωσης του Πούλου και καταγόταν από τον
Φιλώτα της Φλώρινας. Διέπραξε πολλές δολοφονίες συμπατριωτών του. Το 1944 έφυγε
από την Ελλάδα για να μην δικαστεί για δοσιλογισμό. Όταν βρέθηκε στη Σλοβενία,
τσακώθηκε με το δοσίλογο Εμμανουήλ Γαρουφαλή και την ερωμένη του, δηλαδή την
Παγώνα και σκότωσε και τους δύο μαζί, χωρίς αναστολές. Το φθινόπωρο του 1944 κατέφυγε
στην Αυστρία μαζί με άλλους Έλληνες δωσίλογους. Το 1947 καταδικάστηκε ερήμην σε
θάνατο και δις σε ισόβια. Το καλοκαίρι του 1948 συνελήφθη από τις γαλλικές
αρχές στο Klagenfurt της Αυστρίας. Άργησε να σταλεί στην Ελλάδα και να οδηγηθεί
στη φυλακή του Επταπυργίου. Κατέθεσε αίτηση ανακοπής της απόφασης, αλλά το
Δεκέμβριο του 1950 το Ειδικό Δικαστήριο τον καταδίκασε πάλι σε θάνατο και δις
σε ισόβια. Το 1953 έστειλε υπόμνημα στη Φρειδερίκη. Ο γιατρός των φυλακών
αποφάσισε ότι ο Καρταλάκης θα έπρεπε να σταλεί στο ψυχιατρείο. Τον Απρίλιο του
1953 ο Καρταλάκης στάλθηκε στο Δημόσιο Ψυχιατρείο. Η αίτηση χάριτος
απορρίφθηκε. Το 1956 ο Καρταλάκης μεταφέρθηκε στο Ψυχιατρικό Παράρτημα των
Φυλακών Καλλιθέας και από τότε χάθηκαν τα ίχνη του.)
Θεόδωρος Μελεμενλής
(αρχικά ήταν μέλος της φασιστικής μεταξικής ΕΟΝ και στη συνέχεια επέλεξε να
ακολουθήσει το δρόμο του ναζισμού. Έγινε στενός συνεργάτης του ναζιστή Πούλου
και υπασπιστής του. Το καλοκαίρι του 1944 δέχθηκε επίθεση από μέλος της ΟΠΛΑ, η
οποία ήταν ένοπλη μυστική οργάνωση του ΚΚΕ, με αποτέλεσμα να μεταφερθεί στο
Γερμανικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης. Εκεί άφησε την τελευταία του
πνοή στις 10 Ιουνίου 1944. Τα δύο του αδέλφια, Παναγιώτης και Ιωάννης,
συνεργάστηκαν και αυτά με τον Πούλο.)
Παναγιώτης Μελεμενλής
(Γεννήθηκε το 1914. Αρχικά ήταν μέλος της ΕΟΝ και στη συνέχεια εντάχθηκε στην
οργάνωση του ναζιστή Πούλου, όπως και τα αδέλφια του. Ωφελήθηκε από τις διώξεις
εναντίον των Εβραίων, γιατί οι Γερμανοί χάρισαν διάφορα εβραϊκά καταστήματα
στον ίδιο, αλλά και σε άλλους συνεργάτες του Πούλου. Όταν είδε ότι πλησίαζε το
τέλος της κατοχής, κατέφυγε στη Γερμανία. Παρά τη δωσιλογική του δράση και τα
εγκλήματα που διέπραξε, γλύτωσε τη θανατική καταδίκη. Παρότι καταδικάστηκε
ερήμην σε θάνατο από το Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων το Δεκέμβριο του 1947,
πόνταρε πολλά στην αρμονική σχέση που διατηρούσε με την αστυνομία και με
διοικητές διαφόρων Αστυνομικών Τμημάτων που διαβεβαίωναν γραπτώς για τα
«πατριωτικά» του αισθήματα. Αποφάσισε να παρουσιαστεί στην ελληνική δικαιοσύνη
πολλά χρόνια μετά το τέλος της κατοχής. Στις 26-6-1952 καταδικάστηκε σε
κάθειρξη 12 ετών. Όμως και πάλι τα κατάφερε και δεν χρειάστηκε να μείνει στη
φυλακή μέχρι το 1964. Για την ακρίβεια δεν έμεινε ούτε δύο χρόνια ! Πέτυχε την
αναστολή του υπολοίπου της ποινής του και αποφυλακίστηκε το Φεβρουάριο του
1954.)
Ιωάννης Μελεμενλής (αδελφός
του Θεόδωρου και του Παναγιώτη Μενεμενλή. Αρχικά ήταν μέλος της ΕΟΝ και στη
συνέχεια εντάχθηκε στην οργάνωση του ναζιστή Πούλου, όπως και τα αδέλφια του.
Παρά τη δωσιλογική του δράση και τα εγκλήματα που διέπραξε, γλύτωσε τη θανατική
καταδίκη. Παρότι καταδικάστηκε ερήμην σε 3 φορές ισόβια κάθειρξη από το Ειδικό
Δικαστήριο Δωσιλόγων το 1947, πόνταρε πολλά στην αρμονική σχέση που διατηρούσε
με την αστυνομία και με διοικητές διαφόρων Αστυνομικών Τμημάτων που
διαβεβαίωναν γραπτώς για τα «πατριωτικά» του αισθήματα. Αποφάσισε να
παρουσιαστεί στην ελληνική δικαιοσύνη πολλά χρόνια μετά το τέλος της κατοχής.
Στις 26-6-1952 καταδικάστηκε σε κάθειρξη 12 ετών. Όμως και πάλι τα κατάφερε και
δεν χρειάστηκε να μείνει στη φυλακή μέχρι το 1964. Για την ακρίβεια δεν έμεινε
ούτε δύο χρόνια ! Πέτυχε την αναστολή του υπολοίπου της ποινής του και
αποφυλακίστηκε τον Αύγουστο του 1953.)
Το τρένο της φυγής και η ναζιστική «κυβέρνηση» Τσιρονίκου
Το φθινόπωρο του 1944, βλέποντας την
ήττα του Γ’ Ράιχ να πλησιάζει, οι περισσότεροι δοσίλογοι (ναζιστές,
γερμανόφιλοι, ταγματασφαλίτες – γερμανοτσολιάδες κτλ) πανικοβλήθηκαν.
Διαισθάνθηκαν ότι έρχεται και το δικό τους τέλος. Για να ξεφύγουν από τις
δαγκάνες της ελληνικής δικαιοσύνης, κάποιοι σκέφτηκαν να καταφύγουν στη
Ναζιστική Γερμανία και στην Αυστρία (π.χ. Πούλος, Γραμματικόπουλος, Κυλινδρέας,
Ζωγράφος κ.α.).
Στις 1 Σεπτεμβρίου 1944 ο Παζιώνης
παρέλαβε το διαβατήριό του για τη Γερμανία, βλέποντας ότι τα περιθώρια
στενεύουν. Ο Γεώργιος Καζάνας (γερμανόφιλος διοικητής της Ειδικής Ασφάλειας)
κατέφυγε με ένα αεροπλάνο της Λουφτβάφε στη Βιέννη. Ο Ευάγγελος Κυριάκης, ο
Γκοτζαμάνης και ο Τσιρονίκος φρόντισαν να φύγουν εγκαίρως για τη Γερμανία.
Στις 12 Σεπτεμβρίου 1944 το απόγευμα, αναχώρησε
από την Αθήνα μια αμαξοστοιχία αποτελούμενη από δύο βαγόνια με περίπου 40
δωσίλογους - φιλοναζιστές. Τελικό προορισμό είχε τη Νυρεμβέργη και ενδιάμεσο
σταθμό τη Βιέννη. Μερικοί από τους επιβάτες ήταν οι εξής : ο Κωνσταντίνος
Γούλας (της ΕΕΕ), ο αδελφός του, ο υπεύθυνος προπαγάνδας του ραδιοφωνικού
σταθμού Αθηνών Κωνσταντίνος Σκανδάλης με την οικογένειά του, ο Δημήτρης
Κυριακόπουλος, ο καθηγητής Φλόκας από την Καστοριά, ο Ιωάννης Κοσμίδης (της
ΕΕΕ) με τη σύζυγο και τα παιδιά του, ο Αρ. Ανδρόνικος με τη σύζυγό του και την κόρη
του, ο δικηγόρος Βλαχογιάννης της ΕΕΕ (μετέπειτα προϊστάμενος Νομαρχιών επί
χούντας), ο Γεώργιος Κεφαλάς, ο Χρήστος Στάγγος, ο Κύρτσογλου και διάφοροι
άλλοι. Την πρώτη νύχτα διανυκτέρευσαν στο Δαδί της Λειβαδιάς, φοβούμενοι τους
αεροπορικούς βομβαρδισμούς και τη δεύτερη στη Λάρισα. Στις 14 Σεπτεμβρίου
σταμάτησαν στη Θεσσαλονίκη για να παραλάβουν πράκτορες των Γερμανών. Με το ίδιο τρένο συνταξίδεψαν ο Παζιώνης, ο
Κυλινδρέας, ο Αγάθος, ο Παπαστρατηγάκης (της ναζιστικής εφημερίδας «Νέα
Ευρώπη»), η οικογένεια του Γεωργίου Πούλου (δηλαδή η Μαστιχούλα Πούλου, η Αθηνά
Πούλου και ο Δημήτριος Πούλος), καθώς και πολλά μέλη της ΕΕΕ. Όταν έφθασαν έξω
από τα Σκόπια, οι Γερμανοί στρατιώτες που φρουρούσαν το τρένο συγκρούστηκαν με
αντιστασιακούς. Την αυγή της 22ας Σεπτεμβρίου το τρένο κινδύνευσε να
βομβαρδιστεί από 3 αεροπλάνα της βρετανικής RAF που το παρατήρησαν, αλλά σώθηκε
μπαίνοντας σε ένα τούνελ. Στις 3 Οκτωβρίου 1944 το τρένο των δοσιλόγων έφθασε
στη Βιέννη. Οι Έλληνες ναζιστές φιλοξενήθηκαν σε ξενοδοχείο της αυστριακής
πρωτεύουσας και μετά από δύο μέρες αναχώρησαν για το Άουγκσμπουργκ.
Από τη Νυρεμβέργη ο Κώστας Σκανδάλης
με την οικογένειά του αναχώρησαν για το Βερολίνο, όπου έγινε εκφωνητής ειδήσεων
σε ελληνόφωνη ραδιοφωνική εκπομπή. Αργότερα η εκπομπή αναμεταδιδόταν από το
ραδιοφωνικό σταθμό της Βιέννης και αυτόν του Μπρεσλάου.
Στις αρχές Νοεμβρίου 1944 συγκροτήθηκε
η «Εθνική Επιτροπή», δηλαδή η ναζιστική «κυβέρνηση» των φυγάδων στην κωμόπολη
Κίτσμπιχελ (Kitzbuehel) της Αυστρίας, στο ξενοδοχείο «Grand Hotel». Αρχικά, η
πρώτη συνάντηση των Ελλήνων ναζιστών έγινε στη Βιέννη. Στη συνέχεια, τα πιο
γνωστά ονόματα (Τσιρονίκος, Ανδρόνικος κ.α.) μεταφέρθηκαν στο Κίτσμπιχελ. Το
επόμενο διάστημα, μέχρι τις αρχές Μαΐου 1945, οι Έλληνες ναζιστές της
«κυβέρνησης Τσιρονίκου» θα απολάμβαναν τις ανέσεις που τους πρόσφερε η κωμόπολη
αυτή (διαμονή σε πολυτελέστατα ξενοδοχεία, πίστες για σκι κ.α.). Η ναζιστική κυβέρνηση συγκροτήθηκε στο
πολυτελές ξενοδοχείο «Grand Hotel» στους πρόποδες των Άλπεων.
Ποια ήταν η σύνθεση της «κυβέρνησης» των Ελλήνων ναζιστών
;
Πρωθυπουργός : Έκτορας Τσιρονίκος (που
διετέλεσε κατοχικός υπουργός)
Υπουργός Εσωτερικών : Κ. Γούλας
Υπουργός Παιδείας : Φλόκας
Υπουργός Προπαγάνδας : Αρ. Ανδρόνικος
Νικόλαος Βλαχογιάννης
Ξενοφών Γιοσμάς
Ζωγράφος
Μ. Παπαστρατηγάκης
Ιωάννης Πασσαδάκης
Πούλος
Σπυρίδης
Ταβουλάρης
Την «κυβέρνηση της Βιέννης», όπως
ονομάστηκε, την υποστήριξε και την αναγνώρισε μόνο η ναζιστική Γερμανία και οι
σύμμαχοί της. Ο «Πρωθυπουργός» Τσιρονίκος, έχοντας μαζί του άφθονες χρυσές
λίρες από την κατοχή, έπαιζε συχνά στο καζίνο του Κίτσμπιχελ (Casino
Kitzbuehel). Στη Βιέννη είχαν συγκεντρωθεί διάφοροι δωσίλογοι από άλλες χώρες
(δωσίλογοι από τη Βουλγαρία και την Αλβανία, Ρουμάνοι της φασιστικής οργάνωσης
«Σιδηρά Φρουρά», Σέρβοι ηγέτες των Τσέτνικ, ο Πατριάρχης της Σερβικής Ορθόδοξης
Εκκλησίας Γαβριήλ και άλλοι). Ο Πούλος περιόδευε συχνά στα καφενεία της Βιέννης
και έκανε φιλοναζιστικά κηρύγματα όταν συναντούσε Έλληνες θαμώνες. Στη
Στουτγάρδη ο Γεώργιος Κεφαλάς έκανε ναζιστική προπαγάνδα στους Έλληνες εργάτες,
χωρίς να καταφέρει τίποτα αξιόλογο. Στην πρώτη συγκέντρωση που έκανε στις αρχές
Φεβρουαρίου 1945 σε έναν κινηματογράφο, μαζεύτηκαν μόνο δύο άτομα ! Η
Μαστιχούλα Πούλου, γυναίκα του Πούλου, εγκαταστάθηκε στο ξενοδοχείο
«Hahen-kamm» στο Κίτσμπιχελ, μαζί με τα δύο της παιδιά. Τα στελέχη της
ναζιστικής «κυβέρνησης» Τσιρονίκου περιορίστηκαν σε προπαγανδιστικές
εμφανίσεις. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι κατέθεσαν ένα στεφάνι στο μνημείο του
Άγνωστου Στρατιώτη στη Βιέννη. Στην εκδήλωση αυτή παρευρέθηκε ο Αρ. Ανδρόνικος,
ο Παζιώνης, η Αύρα Υψηλάντη, ο Χάρης Λάμπρου, ο Γ. Κεφαλάς, ο Αλέξανδρος
Πανταζής, ο Ν. Βλαχογιάννης, ο Κ. Κυλινδρέας, ο Γραμματικόπουλος, ο Π.Ε.
(γνωστός πανεπιστημιακός καθηγητής και συγγραφέας), ο άγνωστος τότε αλλά
διάσημος αργότερα σκηνοθέτης μουσικοχορευτικών ταινιών της δεκαετίας του 1960
Γ.Δ., καθώς και διάφοροι άλλοι. Οι δύο τελευταίοι παρευρέθηκαν στην εκδήλωση ως
εκπρόσωποι του Τμήματος Νεολαίας.
Ο ναζιστής Πούλος και οι συνεργάτες του
Παρά τις προσπάθειες του Πούλου να
δελεάσει διάφορους πολίτες να καταταγούν στο τάγμα του προσφέροντάς τους
σημαντικά ανταλλάγματα (συσσίτιο, μισθός του στρατιώτη, στρατιωτική στολή,
ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, τρόφιμα για τις οικογένειές τους), ελάχιστοι ήταν
αυτοί που αποφάσισαν να καταταγούν.
Το Σεπτέμβριο του 1943 η γερμανική
υπηρεσία SD διέθεσε στον Πούλο γραφεία επί της οδού Παύλου Μελά. Επίσης θα
αναλάβει δράση στα Γιαννιτσά και την Πτολεμαΐδα. Την ίδια χρονιά ο Πούλος και
οι άνδρες του καίνε το χωριό Ερμάκια.
Η εγκληματική του δράση όμως δεν θα
μείνει αναπάντητη από τους αντιστασιακούς. Στις 6 Απριλίου 1944 ένα τμήμα
ανταρτών από τη 10η μεραρχία της οργάνωσης ΕΑΜ – ΕΛΑΣ χτυπά το τάγμα του Πούλου
στο Βέρμιο, σκοτώνοντας 83 άνδρες του.
Οι Γερμανοί φρόντισαν να ανταμείψουν
τον Πούλο για τις υπηρεσίες του, χαρίζοντάς του ένα εβραϊκό κατάστημα.
Το όνομα των Πουλικών έγινε συνώνυμο
της ανεξέλεγκτης βίας και αυθαιρεσίας. Πέρα από το να εκτελούν ακόμα και
αμάχους, οι Πουλικοί φρόντιζαν συχνά να λεηλατούν τα σπίτια των χωρικών και να
κλέβουν το ψωμί, το σιτάρι, το τυρί και τα ζώα τους. Στις 13 Απριλίου 1944 οι
Πουλικοί πήγαν στα Γιαννιτσά μαζί με τους αιμοσταγείς άνδρες του Γερμανού
υπαξιωματικού Φριτς Σούμπερτ (Fritz Schubert) και σκότωσαν τουλάχιστον 75 άτομα
(πέρα από τους χωρικούς που βρήκαν στους αγρούς και τους εκτέλεσαν επί τόπου).
Παράλληλα, άρπαξαν τα χρήματα των θυμάτων τους, τα πολύτιμα είδη τους, τα ρούχα
τους και τα παπούτσια τους και έκαψαν διάφορα σπίτια. Στη Βέροια οι Πουλικοί
βίασαν 12 γυναίκες, ενώ στο χωριό Σκυλίτσι εκτέλεσαν όποιον βρήκαν μπροστά
τους.
Το φθινόπωρο του 1945 πολυάριθμοι
άνδρες της δωσιλογικής οργάνωσης του Πούλου είχαν μεταφερθεί από τη Γερμανία
(όπου είχαν συλληφθεί από τους Συμμάχους) στην Ελλάδα. Όμως συνέβη κάτι
εξωφρενικό, για το οποίο φέρει τεράστιες ευθύνες η ελληνική δικαιοσύνη. Στις 13
Δεκεμβρίου 1945 το Τμήμα Μεταγωγών
Αθήνας απελευθέρωσε 70 άνδρες του Πούλου, ενώ στις 15 Δεκεμβρίου άλλοι 70
αφέθηκαν ελεύθεροι από το Τμήμα Μεταγωγών Πειραιά. Η απόφαση λήφθηκε από τον Αντεισαγγελέα
του Αρείου Πάγου Αποστολόπουλο, ο οποίος από τους συνολικά 192 κρατουμένους
διατήρησε προφυλακιστέους μόνο … τους 30
! Στη συνέχεια, ο Αποστολόπουλος δήλωσε ότι πήρε τη συγκεκριμένη απόφαση μετά
από γνωμάτευση του Εισαγγελέα Εφετών και Ειδικού Επιτρόπου Δοσιλόγων
Θεσσαλονίκης Αλεξανδρόπουλου. Ερωτώμενος ο Αλεξανδρόπουλος από το Υπουργείο
Δικαιοσύνης, δήλωσε ότι όχι μόνο δεν γνώριζε τίποτα, αλλά αντιθέτως περίμενε
ακόμα τη μεταγωγή των 192 «Πουλικών» από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη. Ο Υπουργός
Εσωτερικών Κωνσταντίνος Ρέντης δήλωσε ότι οι άνδρες του Πούλου είχαν αφεθεί
κατά λάθος ελεύθεροι. Ήταν όμως πολύ αργά. Οι περισσότεροι από τους άνδρες του
Πούλου άρπαξαν κατευθείαν την ανέλπιστη ευκαιρία που τους παρουσιάστηκε και
έσπευσαν να εξαφανιστούν.
Στις 19-5-1945 ο Πούλος συνελήφθη στο
Κίτσμπιχελ της Αυστρίας από τους Αμερικανούς. Στις 9 Απριλίου 1947 οδηγήθηκε
στις στρατιωτικές φυλακές Επταπυργίου. Στις 22 Μαΐου 1947 άρχισε στο Διαρκές
Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης η δίκη του Πούλου και των συνεργατών του. Πέρα από
τον Πούλο, κατηγορούμενοι ήταν και οι εξής : Μαστιχούλα Πούλου, Αν.
Καναβάτζογλου, Αρ. Ζαρταλούδης, Ν. Πανταζής, Θ. Λαζαρίδης, Π. Θεοδωρίδης, Δ.
Καρακάσογλου, Η. Συκαμιώτης, Χρ. Σάββας, Γ. Σαπουνάς, Ν. Βουδούρης, Ι.
Πετρακάκος, Χρ Καμπεριάδης και Αρ. Βλαχάκης.
Στις 2-12-1947 άρχισε η δίκη του
Πούλου στο Ειδικό Δικαστήριο Δοσιλόγων. Εκτελέστηκε στο Γουδί στις 11 Ιουνίου
1949.)
Ενδεικτική βιβλιογραφία :
1) Ιάκωβος Χονδροματίδης, «Οι
Δωσίλογοι της Κατοχής», εκδόσεις Περισκόπιο, 2008
2) Ιάκωβος Χονδροματίδης, «Η μαύρη
σκιά στην Ελλάδα», 2001
3) Στράτος Δορδανάς, «Έλληνες εναντίον
Ελλήνων: Ο κόσμος των Ταγμάτων Ασφαλείας στην κατοχική Θεσσαλονίκη 1941-1944»,
Επίκεντρο, 2006.
4) Στράτος Δορδανάς, «Η γερμανική
στολή στη ναφθαλίνη: Επιβιώσεις του δοσιλογισμού στη Μακεδονία, 1945-1974», Εστία,
2011.
5) Ιάκωβος Χονδροματίδης, «Η
«Κυβέρνηση Τσιρονίκου» και οι Έλληνες χιτλερικοί της Βιέννης [1945]»
(δημοσίευμα στο τεύχος Ιουνίου του 2013 του περιοδικού «Ιστορία
εικονογραφημένη»)
6) Νίκος Μαραντζίδης, «Οι άλλοι Καπετάνιοι. Αντικομουνιστές
ένοπλοι στα χρόνια της κατοχής και του εμφυλίου», Εστία, 2006